Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

Άρτεμις, μέρος πρώτο: Η γνωριμία


Την Άρτεμη την γνώρισα σε μία φιλική παρέα. Φορούσε ένα μαύρο ταγιέρ, είχε κοντά μαύρα μαλλιά, σαρκώδη χείλη και οι γάμπες της έδειχναν σφιχτές και γυμνασμένες. Η συμπεριφορά της αν και ευγενική, είχε κάτι το αδιόρατα αυταρχικό και αυτό με έκανε να την προσέξω από την αρχή. Την πλησίασα και αρχίσαμε να συζητάμε γιά πολλά και διάφορα. Καθώς η βραδιά κυλούσε, εμείς συνεχώς αποκοβόμασταν από την υπόλοιπη συντροφιά και κλεινόμασταν σε ένα δικό μας, προσωπικό κόσμο.

Ο φίλος μου ο Νίκος μέσω του οποίου είχα γνωρίσει όλη την συντροφιά, βλέποντας την εξέλιξη που είχαν πάρει τα πράγματα, με πήρε λίγο παράμερα και μου είπε να προσέχω τα πάρε - δώσε μου με την Άρτεμη, γιατί σε όλους ήταν γνωστό ότι τα βίτσια αυτής της γυναίκας ξέφευγαν από τα συνηθισμένα. Μου είπε επίσης, ότι ενώ ήταν πολύ καλή φίλη με όλη την παρέα, και ενώ ήταν γνωστό ότι δεν είχε μόνιμο σύντροφο, κανείς από τους αρσενικούς της παρέας δεν τολμούσε να της "τα ρίξει". Γέλασα με αυτά που μου είπε ο φίλος μου και του είπα ότι αυτά πρέπει να είναι κακίες κάποιων που δεν μπορούσαν, δεν τολμούσαν ή απέτυχαν να την πλησιάσουν. Κατά βάθος όμως ένιωθα ότι αυτά που μου είπε ο Νίκος δεν πρέπει να απείχαν και πολύ από την πραγματικότητα, όμως δεν θα μπορούσα να ομολογήσω ότι τα βίτσια που ξεφεύγουν από το συνηθισμένο ήταν αυτό ακριβώς που έψαχνα. Όλη αυτή την ώρα, η Άρτεμις παρακολουθούσε με προσοχή την κουβέντα που γινόταν ανάμεσα σε μένα και τον φίλο μου. Όταν κάθισα και πάλι κοντά της, με ρώτησε τι συζητούσα τόση ώρα. Της απάντησα ότι ο Νίκος μου είπε αυτά που και η ίδια φανταζόταν ότι μου είχε πει. Με κοίταξε με ενδιαφέρον, και με ρώτησε:
"Δεν φοβάσαι;".
"Η τύχη βοηθά τους τολμηρούς", της απάντησα.

Λίγη ώρα αργότερα, με ρώτησε αν θα ήθελα να δω την συλλογή των γραμματοσήμων της. Γέλασα, της είπα ότι λατρεύω τα σπάνια γραμματόσημα, την πήρα από το χέρι, χαιρετίσαμε τον κόσμο και φύγαμε. Πήραμε το αυτοκίνητό μου και την ρώτησα που πάμε. Μου απάντησε ότι το μόνο που είχα να κάνω γιά να φτάσουμε στο σπίτι της ήταν να ακολουθώ της εντολές της. Το ύφος της είχε γίνει εντελώς αυταρχικό, και σκέφτηκα ότι το μαστίγωμα δεν θα το γλίτωνα με τίποτα. Στην διάρκεια της διαδρομής, άπλωσε το χέρι της στο παντελόνι μου, κατέβασε το φερμουάρ και μου έβγαλε έξω τον πούτσο. Τον χάιδεψε λίγο και μετά τον άφησε.
"Μην τον βάλεις μέσα. Θέλω να τον βλέπω", μου είπε.
Μετά από λίγη ώρα, τον άρπαξε εντελώς ξαφνικά και άρχισε να μου τον παίζει. Κόντεψα να χάσω τον έλεγχο του αυτοκινήτου και αναγκάστηκα να κόψω ταχύτητα.
"Μην κόβεις ταχύτητα", μου είπε.
"Αν με θέλεις, πρέπει να μπορείς να διατηρείς την ψυχραιμία σου ό,τι και αν σου κάνω".
Λίγο αργότερα, είχαμε φτάσει στο σπίτι της. Κούμπωσα το παντελόνι μου και την ακολούθησα. Μπήκαμε στο σπίτι, άναψε τα φώτα, μου έδειξε το μπαρ και μου είπε:
"Βάλε μου μία βότκα με λίγο πάγο και ό,τι θέλεις εσύ να πιεις. Πάω να αλλάξω".

Γιά περισσότερα από μισή ώρα, έμεινα μόνος μέσα στο σαλόνι. Ήπια ένα ουίσκι, έβαλα ένα δεύτερο. Ήμουν στην μέση του δεύτερου ποτού, όταν εκείνη μπήκε και πάλι στο σαλόνι. "Που είναι η βότκα μου;" με ρώτησε. Της έδωσα το ποτήρι και τότε μόνο συνειδητοποίησα τι έβλεπα. Φορούσε μία μακριά διάφανη μαύρη ρόμπα και δεν είχε μπει στον κόπο να την δέσει στην μέση της. Αυτό που έβλεπα από μέσα, μου έκοψε την ανάσα. Το σουτιέν και το σλιπάκι της ήταν μαύρα, δερμάτινα και καλογυαλισμένα. Ένα ζευγάρι μπότες με τακούνι στιλέτο κάλυπταν τα πόδια της μέχρι πάνω από τα γόνατα. Στο αριστερό της μπούτι, είχε δέσει μία θήκη μέσα στην οποία είχε στερεώσει ένα μαστίγιο με κοντά λουριά. Είχε αφαιρέσει το ελαφρύ μακιγιάζ που είχε νωρίς, και τώρα τα χρώματα του πόνου είχαν απλωθεί στο πρόσωπό της. Τα χείλη της ήταν σκούρα μοβ, τα μάγουλά της είχαν μία βαθιά κόκκινη απόχρωση, και είχε βάψει με μαύρο χρώμα τα μάτια της. Μύρισα το Poisson.

Συνέχισα γιά λίγη ώρα να την θαυμάζω, ενώ αυτή δεν έκανε καμία κίνηση γιά να αποκρούσει αυτό τον θαυμασμό.Στεκόταν όρθια κρατώντας την βότκα στο χέρι της και περιεργαζόταν το σαλόνι. Δεν ξέρω ποιά ατέλεια ή ζημιά ή τι άλλο τέλος πάντων έψαχνε να βρει, αλλά καθώς βάδιζε πάνω - κάτω στον χώρο, μου έδειχνε το κορμί της από όλες τις μεριές. Είχα καθίσει σε μία πολυθρόνα, και δεν έκανα τίποτα άλλο από το να κοιτάω. Δεν είμαι και τόσο σίγουρος ότι ανέπνεα με κανονικό ρυθμό. Με δύο γουλιές είχε κατεβάσει την βότκα. Έβαλε μία δεύτερη, άναψε τσιγάρο, γύρισε προς το μέρος μου και με ειρωνικό ύφος με ρώτησε:
"Καταλαβαίνεις τι σε περιμένει;".
"Ναι" της απάντησα.
"Μπορείς ακόμη να με καληνυχτίσεις και να γυρίσεις στο σπίτι σου".
"Δεν θέλω" είπα, πριν καλά καλά τελειώσει την πρότασή της. Χαμογέλασε, άφησε την βότκα στο τραπεζάκι και κάθισε στο χέρι της πολυθρόνας μου. Έπιασε το πρόσωπό μου, το γύρισε απαλά στο πλάι και άρχισε να μου γλείφει το αυτί. Η γλώσσα της κύλησε στον λαιμό μου, αφήνοντας πίσω της ένα στρώμα σάλιου. Επεχείρησα να την πιάσω από την μέση, αλλά ένιωσα ξαφνικά τα δόντια της να καρφώνονται στον λαιμό μου. Πόνεσα και το κατάλαβε.
"Όταν παίζω μαζί σου πρέπει να μένεις ακίνητος", μου είπε.

Συνέχισε γιά λίγο ακόμη να απλώνει το σάλιο της στον λαιμό μου και στην συνέχεια σήκωσε το χέρι της σε γροθιά μπροστά στο πρόσωπό μου. Από την γροθιά αυτή, το μεσαίο δάχτυλο άρχισε σιγά σιγά να σηκώνεται. Όταν τεντώθηκε εντελώς, η Άρτεμη μου είπε
"Άνοιξε το στόμα σου."
Το δάχτυλο χώθηκε μέσα.
"Γλείψτο καλά", ήταν η επόμενη διαταγή της.
Άρχισα να γλείφω το δάχτυλό της, ενώ αυτή συνέχισε να ασχολείται με τον λαιμό μου. Μόνο που τώρα δούλευαν τα δόντια και όχι την γλώσσα της. Η δαγκωματιές της ήταν στην αρχή ελαφρές και ηδονικές, σιγά - σιγά όμως γίνονταν όλο και πιό δυνατές. Σε κάποια στιγμή, άρχισε πάλι να με γλείφει. Χαλάρωσα εντελώς, έκλεισα τα μάτια και συνέχισα να πιπιλάω το δάχτυλό της σαν μωρό που βυζαίνει. Εντελώς ξαφνικά, ένιωσα τα δόντια της να μου ξεσκίζουν τον λαιμό. Δάγκωσα με δύναμη το δάχτυλό της και αυτή αμέσως το τράβηξε έξω από το στόμα μου. Σηκώθηκε όρθια, στάθηκε μπροστά μου με ανοιχτά τα πόδια, έβαλε τα χέρια στην μέση της, με κοίταξε στα μάτια και μου τράβηξε ένα ξεγυρισμένο χαστούκι.
"Την επόμενη φορά που θα κάνεις κάτι τέτοιο θα σε κρεμάσω ανάποδα", μου είπε. Κατάλαβα ότι εννοούσε αυτό που έλεγε.

Πήγε στο τραπεζάκι, πήρε την βότκα της, άναψε ένα ακόμη τσιγάρο και κάθισε στον καναπέ.
"Βγάλε τα ρούχα εκτός από το σλίπ σου", μου παράγγειλε.
Σηκώθηκα, γδύθηκα και στάθηκα μπροστά της. Ο λαιμός μου με πονούσε και άρχισα να τον τρίβω με το χέρι μου. Από το στόμα της βγήκε μία και μόνη λέξη:
"Προσοχή!". Αντέδρασα όπως αντιδρούσαμε στον στρατό, όταν ερχόταν στην μονάδα κανείς στρατηγός γιά επιθεώρηση.
Το κατάλαβε και χαμογέλασε ικανοποιημένη.
"Γύρνα", μου παράγγειλε.
Της γύρισα την πλάτη. Καθώς έπαψα να την κοιτάζω, η κυριαρχία που ασκούσε πάνω μου σταμάτησε γιά λίγο και σκέφτηκα τι στον διάολο κάνω με μία γυναίκα που με έχει σε στάση προσοχής, μισόγυμνο και που δεν το έχει σε τίποτα να με κρεμάσει ανάποδα, όπως με απείλησε πριν από λίγο. Είχα μισοαποφασίσει να μαζέψω τα ρούχα μου και να του δίνω, όταν άκουσα την φωνή της.
"Λαπάς είσαι, αλλά θα δω τι μπορώ να κάνω με σένα". Δεν έχω την φήμη του bodybuilder, αλλά και το λαπάς απέχει από την πραγματικότητα.

Την άκουσα που σηκώθηκε από τον καναπέ και με πλησίασε από πίσω. Άρχισε να με χαϊδεύει στους ώμους και την πλάτη. Το χέρι της κατέβαινε αργά προς τα κάτω. Την ένιωσα να σφίγγει τον πισινό μου. Παρέμενα ακίνητος. Άρχισα να απολαμβάνω τα χάδια της, καθώς φαινόταν να ξέρει πως να χειριστεί το κάθε χιλιοστό του κορμιού μου. Προσπαθούσα όμως να το παίξω αδιάφορος, γιατί ο λαιμός μου που πονούσε ακόμη διαολεμένα μου θύμιζε τι παθαίνει κανείς όταν αφήνεται στα χέρια αυτής της γυναίκας. Πίστευα ότι είχα καταφέρει να την ξεγελάσω, όταν πλησίασε το στόμα της στο αυτί μου και μου ψιθύρισε:
"Νομίζεις πως δεν ξέρω τι νιώθεις αυτή την στιγμή; Βλέπω όμως ότι είσαι υπάκουος και μένεις ακίνητος ενώ εγώ παίζω μαζί σου".
Τότε συνειδητοποίησα ότι όλη αυτή την ώρα δεν έκανα τίποτα παραπάνω από το να ακολουθώ τις διαταγές της. Καθώς στεκόταν από πίσω μου, ήρθε και κόλλησε το κορμί της πάνω στο δικό μου. Το χέρι της πέρασε μπροστά και άρχισε να τσιμπά ελαφρά τις ρώγες των βυζιών μου. Η γλώσσα της μου έγλειψε το αυτί, και μου ψιθύρισε.
"Μου κάνεις. Αν και λαπάς, μπορείς να είσαι πιστός και υπάκουος. Μαζί μου οι φαντασιώσεις σου θα γίνουν πραγματικότητα. Από αύριο το μόνο που θα σκέφτεσαι θα είναι η επόμενη στιγμή που θα βρεθείς και πάλι στα χέρια μου".
Σταμάτησε γιά λίγο, δάγκωσε ελαφρά του αυτί μου και συνέχισε:
"Αυτή είναι η τελευταία σου ευκαιρία γιά να φύγεις. Θέλεις να σταματήσω;"
"Όχι" της απάντησα.
Μου έστριψε την ρώγα του βυζιού
"Όχι κυρία, θα λες από δω και πέρα. Κατάλαβες;".
Η απάντησή μου ήταν και πάλι μονολεκτική.
"Ναι".
Μου έστριψε ακόμη περισσότερο την ρώγα.
"Απάντησε σωστά γιά να σε αφήσω", μου είπε.
"Μάλιστα κυρία", είπα.
Το χέρι της έφυγε από το βυζί μου, το κορμί της ξεκόλλησε από το δικό μου. Σχολίασε:
"Μαθαίνεις γρήγορα".

"Πρέπει να πάω γιά λίγο μέσα. Εσύ κάθισε εδώ και πιες το ποτό σου με την ησυχία σου", μου είπε.
Έμεινα και πάλι μόνος στο σαλόνι. Τα πράγματα όμως τώρα ήταν πολύ διαφορετικά από την πρώτη φορά. Εδώ και πάρα πολύ καιρό, ήθελα να μπω στον χώρο του σαδομαζοχισμού. Τώρα, μία εντυπωσιακή μελαχρινή μου είχε ανοίξει την πόρτα και μου είχε πει "περάστε μέσα". Ομολογώ ότι ένιωθα περίεργα. Από την μία έβλεπα ότι μπορούσαν επιτέλους να γίνουν πραγματικότητα οι φαντασιώσεις μου, από την άλλη όμως αυτό το "από αύριο το πρωί θα ποθείς την στιγμή που θα βρεθείς και πάλι στα χέρια μου", δεν μου ερχόταν και τόσο καλά. Πάντα ήμουν άνθρωπος αρκετά ανεξάρτητος και απαιτητικός από τις κατά καιρούς συντρόφισσές μου, με αποτέλεσμα δύσκολα να δένομαι μαζί τους. Και να που μία γυναίκα λίγες ώρες μετά την γνωριμία μας μου έλεγε ότι θα με κάνει να την παρακαλάω από αύριο το πρωί. Το παιχνίδι είχε χοντρύνει ξαφνικά. Δεν λεγόταν πιά "Η ράχη μου με τρώει, μαστίγωσέ με αγάπη μου γιά να μου περάσει", αλλά "Θα σε κάνω σκλάβο μου". Με όλη την σημασία της λέξης. Έβαλα ένα ουίσκι ακόμη, και σκέφτηκα να τα μαζέψω και να φύγω. Η βραδιά όμως προβλεπόταν ενδιαφέρουσα, και με την βοήθεια του ποτού, είδα τα πράγματα από την θετική τους πλευρά. Σε τελευταία ανάλυση, οι εμπειρίες στην ζωή μου μέχρι εκείνη την στιγμή, με δίδασκαν ότι χρειάζονται πολύ περισσότερα πράγματα από ένα βράδυ σεξουαλικών εξτρεμισμών γιά να υποκύψω στην γοητεία μίας γυναίκας. Και πέρα από το χαριτωμένο της μαστίγιο, η προσωπικότητα της κυρίας δεν με συγκινούσε και ιδιαίτερα. Με τέτοιου είδους σκέψεις, πέρασε κανένα δεκάλεπτο.

Τελικά, η Άρτεμις επέστρεψε στο σαλόνι. Έριξε μιά ματιά στον χώρο, και στην συνέχεια κάρφωσε το βλέμμα της επάνω μου. Στάθηκε μπροστά μου και έβγαλε την ρόμπα της. Ήταν η πρώτη φορά που είχα την ευκαιρία να θαυμάσω το κορμί της σε όλη του την μεγαλοπρέπεια. Ήταν γεροδεμένη, σίγουρα τις ώρες που δεν έψαχνε στα sex shops γιά καινούρια μαστίγια, θα τις περνούσε στο γυμναστήριο κάνοντας bodybuilding. Καθόμουν στον καναπέ και την θαύμαζα. Με αργά βήματα με πλησίασε, με καβάλησε, ακούμπησε τον πισινό της στο πούτσο μου και έχωσε την γλώσσα της στο στόμα μου. Έψαξε με την γλώσσα όλο το στόμα μου, βρήκε τα δύο σφραγίσματα που έχω και άρχισε να παίζει μαζί τους. Δοκίμασα να της κάνω τό ίδιο. Η γλώσσα της κυριάρχησε πάνω στην δική μου. Άρχισα να χαϊδεύω το πισινό της. Απολάμβανα την αίσθηση του δερμάτινου σλιπ. Όταν τα χέρια μου κινήθηκαν προς το ακάλυπτο κορμί της, τραβήχτηκε πίσω, μου άρπαξε τα χέρια και μου είπε:
"Μόνο εγώ θα σε αγγίζω".
Με άρπαξε από τα μαλλιά, τράβηξε πίσω το κεφάλι μου και άρχισε να με γλείφει. Πρώτα στο πιγούνι, μετά στον λαιμό, μετά στους ώμους. Η πορεία της γλώσσας της ήταν προς τα κάτω και ήξερα αργά η γρήγορα που θα κατέληγε. Η στάση που έκανε στο στήθος μου ήταν από τις καλύτερες στιγμές της βραδιάς μέχρι εκείνη την ώρα. Σε κάποια στιγμή, γονάτισε μπροστά μου. Κατάλαβα ποιός ήταν ο επόμενος στόχος της. Χαλάρωσα, και έκλεισα τα μάτια γιά να απολαύσω. Το χέρι της κινήθηκε γρήγορα και με σιγουριά. Το στόμα της αργά χύνοντας σάλιο. Τα δόντια της με έβγαλαν και πάλι από την νιρβάνα μου. Αυτό το κορίτσι είχε την κακή συνήθεια να δαγκώνει οτιδήποτε βρισκόταν μπροστά της. Φαίνεται ότι δεν είχε φάει γιά βράδυ. Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω μία κραυγή πόνου. Τα δόντια της καρφώθηκαν ποιό δυνατά. Η κραυγή αυτή την φορά θύμισε ουρλιαχτό. Την επόμενη φορά, η κραυγή μου δεν θύμιζε ουρλιαχτό. Ούρλιαζα στην πραγματικότητα. Φοβήθηκα γιά τα χειρότερα. Τα δόντια τραβήχτηκαν, η γλώσσα άρχισε να παίζει το δικό της παιχνίδι. Μετά από λίγο σταμάτησε.

Σηκώθηκε όρθια και έβαλε το πόδι της ανάμεσα στα δικά μου.
"Γλείψε τις μπότες μου", είπε. Άρχισα να τις γλείφω.
Καλύτερα να γλείφεις καλογυαλισμένες δερμάτινες μπότες, παρά να κινδυνεύεις από ευνουχισμό. Από την θήκη που ήταν δεμένη στο μπούτι της, τράβηξε το μαστίγιο. Τις δύο πρώτες φορές έσκασε δίπλα μου στον καναπέ. Την τρίτη με βρήκε στην πλάτη.
"Μην σταματάς το γλείψιμο".
Συνέχισα. Το μαστίγιο κάθε λίγο και λιγάκι τιναζόταν από το χέρι της. Το άκουγα να σκίζει τον αέρα. Ποτέ όμως δεν ήξερα αν θα έσκαζε πάνω μου ή στα μαξιλάρια του καναπέ. Η αγωνία με σκότωνε.
"Γονάτισε στον καναπέ".
Γονάτισα. Το μαστίγιο άρχισε πάλι να οργώνει την πλάτη μου. Στα πρώτα χτυπήματα, προσπάθησα να κρατήσω τις φωνές μου. Τα χτυπήματα άρχισαν να γίνονται όλο και πιό δυνατά.
"Αντέχεις βλέπω στο ξύλο. Εγώ όμως θα ξεπεράσω τις αντοχές σου.".
Τα επόμενα χτυπήματα, δεν ήταν μόνο δυνατά. Ήταν και προσεγμένα, έτσι ώστε να γίνονται στο ίδιο ακριβώς σημείο του κορμιού μου. Στον δεξιό γλουτό. Σιγά -σιγά, βογκητά άρχισαν να βγαίνουν από το στόμα μου. Ο πόνος γινόταν όλο και πιό δυνατός. Σε κάποια στιγμή δεν άντεξα.
"Έλεος" , φώναξα.
Το μαστίγιο σταμάτησε. Ένιωσα τα χέρια της να ακουμπάνε στην πλάτη μου και να κατεβαίνουν αργά προς τα κάτω. Χώθηκαν μέσα στο σλιπάκι μου και άρχισαν να μου το κατεβάζουν..
"Το κωλομέρι σου έχει κοκκινίσει" μου είπε.
Δεν χρειαζόταν. Το ένιωθα να καίει.
"Μείνε ακίνητος, θα φέρω μιά αλοιφή γιά να σου βάλω",συνέχισε.
Καθώς πήγαινε στο άλλο δωμάτιο, γύρισα και κοίταξα το υπέροχη αυτή γυναίκα, που με είχε υποτάξει μέσα σε λίγη ώρα και ό,τι και αν μου έκανε στην συνέχεια, ήμουν σίγουρος ότι δεν θα μπορούσα να το αποτρέψω.

Γύρισε κρατώντας ένα σωληνάριο.
"Μπροστά το κεφάλι", με διέταξε.
Γύρισα το κεφάλι μου μπροστά και περίμενα. 'Αρχισε να απλώνει πάνω στο κωλομέρι μου την αλοιφή, που πραγματικά με ανακούφισε από το κάψιμο που ένιωθα.
"Νιώθεις καλύτερα τώρα;"
"Μάλιστα κυρία".
Συνέχισε γιά λίγο να μου χαϊδεύει τα κωλομέρια, ώσπου σε κάποια στιγμή το δάχτυλό της μπήκε ανάμεσά τους. Το ένιωσα να κατεβαίνει σιγά-σιγά, ώσπου έφθασε στην κωλοτρυπίδα μου. Ένας αναστεναγμός ξέφυγε από τα χείλη μου. Γιά λίγο, το δάχτυλό της χάιδεψε την τρύπα μου. Δεν αντέδρασα. Τότε, ένιωσα το δάχτυλό της να μπαίνει μέσα μου. Στην αρχή λίγο. Μετά, το έβαλε λίγο πιό βαθιά. Παρέμενα ακίνητος. Άρχισε να παίζει βάζοντας και βγάζοντας το δάχτυλό της. Κάθε φορά όμως το ένιωθα να χώνεται βαθύτερα μέσα μου. Σε κάποια στιγμή, ένιωσα να ανοίγω εντελώς και το δάχτυλο της αφέντρας μου να μπαίνει μέσα μου ολόκληρο.
"Μην τολμήσεις να μιλήσεις", μου είπε.
Μείναμε γιά λίγο ακίνητοι και οι δύο. Τότε, εντελώς ξαφνικά τράβηξε έξω το χέρι της. Δεν άντεξα τον πόνο, φώναξα.
"Σκάσε" μου είπε.
Η φωνή της έδειχνε ότι είχε εκνευρισθεί. Μου έχωσε και πάλι το δάχτυλο, αυτή την φορά όμως χωρίς καμία προετοιμασία έφτασε μέχρι το τέρμα.
"Πονάω, έλεος", είπα.
Τράβηξε έξω το δάχτυλό της αργά και προσεκτικά. Λίγο πριν το βγάλει εντελώς, το έσπρωξε αργά γιά λίγο μέσα. Επανέλαβε αυτό το κόλπο κάμποσες φορές. Δεν πονούσα πιά. Αναστέναζα, και οι αναστεναγμοί αυτοί ήταν από καύλα. Όταν ένιωσε πως με είχε υποτάξει απόλυτα, τραβήχτηκε πίσω και κάθισε σε μία πολυθρόνα. Με διέταξε να σηκωθώ όρθιος και να φορέσω το σλιπάκι μου. Μου ζήτησε να καθίσω στον καναπέ. Με κοίταξε με τα διαπεραστικά της μάτια και με ρώτησε αν με είχαν γαμήσει ποτέ. Της απάντησα πως όχι.
"Ξέρεις, απόψε θα σου πάρω την παρθενιά", μου είπε.
Έσκυψα το κεφάλι και της απάντησα:
"Είσαι η αφέντρα μου".
Ίσως αυτό δεν περίμενε να το ακούσει. Σηκώθηκε όρθια, με πλησίασε και με διέταξε να πέσω στα τέσσερα. Πήρε από το παντελόνι μου την ζώνη, πέρασε την μία της άκρη μέσα στην άλλη και στην συνέχεια μου την πέρασε στον λαιμό. Με καβάλησε, κάθισε απότομα στην πλάτη μου και ένιωσα να σπάει η μέση μου. Έσφιξε την ζώνη. Την έσφιξε τόσο, όσο να νιώσω ότι πνίγομαι. Μου έδειξε την πόρτα από την οποία είχε βγει πριν από κάμποση ώρα, και μου είπε:
"Πάμε μέσα".
Άρχισα να μπουσουλάω. Ένιωσα το μαστίγιο να μου τσακίζει τους ώμους και άκουσα πάλι την φωνή της αφέντρας μου:
"Πιό γρήγορα".
Μπουσουλώντας όσο πιό γρήγορα μπορούσα, περάσαμε ένα μακρόστενο διάδρομο και φτάσαμε στην κουζίνα του σπιτιού. Σε όλη την διάρκεια της διαδρομής, η Άρτεμις με χτυπούσε με τα τακούνια της. Τις περισσότερες φορές στα πόδια, αλλά δύο φορές μπόρεσε να με πετύχει εκεί που δεν έπρεπε. Έσκουξα, δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία. Με έβαλε να ξαπλώσω μπρούμυτα στο τραπέζι της κουζίνας, και μου είπε:
"Πάω να φέρω την βαζελίνη".
Γύρισε μετά από λίγο, στάθηκε από πίσω μου και άρχισε να μου αλείφει την τρύπα.

Με τράβηξε στην συνέχεια στην κρεβατοκάμαρα. Το κρεβάτι ήταν φαρδύ και μεταλλικό. Με έβαλε να ξαπλώσω ανάσκελα, άνοιξε ένα συρτάρι και πήρε δύο ζευγάρια χειροπέδες. Ανέβηκε στο κρεβάτι, με καβάλησε και μου φόρεσε τις χειροπέδες στα χέρια. Την κάθε μία από αυτές, την έδεσε στην συνέχεια στα ακριανά σίδερα του κρεβατιού. Στάθηκε λίγο και με κοίταξε στα μάτια. Κατέβηκε από το κρεβάτι, γδύθηκε εντελώς, έβγαλε τις μπότες της και άνοιξε πάλι το συρτάρι από όπου είχε πάρει προηγουμένως τις χειροπέδες. Αυτή την φορά, έβγαλε ένα μαύρο πλαστικό αντίγραφο ανδρικού οργάνου. Το "εργαλείο" αυτό, μπορούσε να δεθεί γύρω από την μέση με τα λουριά που είχε.
"Δεν θα το αντέξω", είπα στην Αφέντρα μου.
"Θα το αντέξεις. Σε έχω ανοίξει με το χέρι μου και θα σε κάνω να χύσεις καθώς θα σε γαμάω".
Με επιδέξιες κινήσεις έδεσε τον δονητή στο σώμα της. Στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη και κοίταξε τον εαυτό της. Πλησίασε το κρεβάτι, και ανέβηκε πάνω. Έβαλε ένα μαξιλάρι από κάτω γιά να σηκώσει τον κώλο μου ψηλά. Μου σήκωσε τα πόδια και τα ακούμπησε στους ώμους της. Βρήκε την τρύπα μου και ακούμπησε τον πούτσο της στην άκρη της. Έκλεισα τα μάτια μου.
"Μην κλείνεις τα μάτια σου, κοίτα με στα μάτια μωρό μου".
Την κοίταξα. Ένα δευτερόλεπτο αργότερα, μου είχε χώσει το κεφάλι.
"Ετοιμάσου να πονέσεις", μου είπε.
Χαμογέλασε και έσπρωξε με δύναμή το πλαστικό τέρας μέσα μου. Φώναξα από πόνο.
"Έτσι μου αρέσει", σχολίασε.
Έμεινε γιά λίγο ακίνητη και στην συνέχεια τον τράβηξε προς τα έξω. Γιά λίγο μου τον έβαζε και τον έβγαζε σιγά-σιγά.
"Τώρα θα στον βάλω μέχρι το τέρμα", μου είπε.
Τον ένιωσα να μπαίνει τόσο βαθεία μέσα μου, όσο δεν είχε μπει ποτέ πριν. Δεν πονούσα, γιατί η κίνησή της ήταν αργή. Όταν έφτασε στο τέλος, τεντώθηκε γιά να πάει όσο πιό βαθιά γινόταν.
"Πάρτον παλιοπούστη".
"Σκίσε με καριόλα" της απάντησα.
Την ήθελα. Ήθελα το πλαστικό κομμάτι του κορμιού της. Άρχισε να κουνιέται όλο και πιό γρήγορα. Είχε αγριέψει και με κάθε της κίνηση ήθελε να φτάσει πιό βαθιά. Βογκούσα από ηδονή. Σταμάτησε απότομα. Τράβηξε έξω τον δονητή και μου κατέβασε τα πόδια.

Έβγαλε τα χέρια μου από τις χειροπέδες και με έστησε στα τέσσερα. Με άνοιξε με τα χέρια της και τον έσπρωξε μέσα. Άρχισε να κινείται γρήγορα.
"Φτάνει!" της φώναξα.
"Σκάσε γαμιόλη" μου απάντησε.
Με χτύπησε στα κωλομέρια και συνέχισε να με πηδάει. Σε κάποια στιγμή σταμάτησε και τον έβγαλε από μέσα μου.
"Θα σε πάρω στο τραπέζι της κουζίνας. Θέλεις ανάσκελα ή μπρούμυτα;", με ρώτησε.
"Δεν αντέχω άλλο. Πονάω. Θέλω να σταματήσουμε", της απάντησα.
Κατέβηκε από το κρεβάτι, και ξάπλωσα ξεθεωμένος. Έβγαλε από την μέση της τον δονητή και πήρε ένα τσιγάρο. Το άναψε και μου το έδωσε. Άναψε ένα δεύτερο γιά τον εαυτό της. Κάθισε δίπλα μου στο κρεβάτι, τράβηξε μιά βαθιά τζούρα από το τσιγάρο της και χάιδεψε το πρόσωπό μου.
"Γλυκιά μου, σου έχω υποσχεθεί ότι θα σε κάνω να τελειώσεις. Το ξέχασες;", μου είπε.
"Άσε με λίγο και μετά κάνε μου ό,τι θέλεις. Είμαι δικός σου", της απάντησα.
"Δική μου", με διόρθωσε.
"Πως άρχισες να πηδάς έτσι τους άντρες;", την ρώτησα.
Χαμογέλασε, και μου είπε μία μικρή ιστορία.

Μία μέρα, πήγε στο σπίτι μίας φίλης της αλλά βρήκε μόνο τον αδελφό της. Η τύπισσα είχε φύγει ξαφνικά ταξίδι με το αγόρι του αδελφού της. Ο μικρός ήταν απαρηγόρητος. Αποφάσισε να του κάνει παρέα. Ήπιαν λίγο, και ο μικρός της ζήτησε να κάνουν έρωτα. Με τον δικό του βέβαια τρόπο. Της φόρεσε ένα δονητή, στήθηκε στα τέσσερα και αυτή τον πήρε. Από τον πιτσιρικά γνωρίστηκε με άλλους ομοφυλόφιλους, και τους έκανε το ίδιο. Ένας από αυτούς ήταν και μαζοχιστής. Από τότε άλλαξε τελείως η ερωτική της ζωή. Έγινε σαδίστρια και δεν άφησε κανέναν εραστή της, ομοφυλόφιλο ή όχι, να φύγει χωρίς να τον ξεσκίσει με το μαστίγιο και τον δονητή.

Όταν τελείωσε την ιστορία της, με ρώτησε
"Λοιπόν, ανάσκελα ή μπρούμυτα;".
Δεν απάντησα, θέλοντας να δω τι θα κάνει. Με χαστούκισε και με ξαναρώτησε. Δεν απάντησα και πάλι. Λάτρευα την αγριάδα της και αισθανόμουν ότι η κουβέντα την είχε ηρεμήσει περισσότερο από όσο έπρεπε. Μου έστριψε με δύναμη την ρώγα του βυζιού μου, και μου είπε
"Ανάσκελα ή μπρούμυτα μωρή πουτάνα;".
"Ανάσκελα, με τα χέρια δεμένα στα πόδια του τραπεζιού, τα πόδια ψηλά, χωρίς βαζελίνη", της απάντησα.
Η απάντησή μου την ξάφνιασε.
"Βλέπω ότι η φαντασία σου οργιάζει", παρατήρησε.
Στάθηκε όρθια πάνω από το κρεβάτι, και φάνηκε να σκέφτεται κάτι. Γιά μία ακόμη φορά, θαύμασα το κορμί που με είχε υποτάξει μέσα σε λίγη ώρα με τον πιό απόλυτο τρόπο.

Άνοιξε την ντουλάπα της και έβγαλε από μέσα ένα ζευγάρι δικτυωτές κάλτσες, ένα σλιπάκι, ένα σουτιέν και ζαρτιέρες. Όλα μαύρα.
"Σήκω πάνω να σε κάνω μία όμορφη γκόμενα", μου είπε.
"Θα με ντύσεις με γυναικεία εσώρουχα;", την ρώτησα.
Δεν μου μίλησε. Σηκώθηκα από το κρεβάτι. Μου φόρεσε το σουτιέν. Μου φόρεσε τις ζαρτιέρες. Πριν μου φορέσει το σλιπάκι, γονάτισε από πίσω μου και έχωσε την γλώσσα της ανάμεσα στους γλουτούς μου.
"Μην σταματάς", της είπα.
Σταμάτησε. Μου φόρεσε το σλιπάκι.
"Βάλε μόνη σου τις κάλτσες", με διέταξε.
"Γιατί μου μιλάς σε θηλυκό γένος;", την ρώτησα.
Αντί γιά απάντηση, βούτηξε το μαστίγιο και το άστραψε στον αέρα.
"Στα τέσσερα παλιομαλάκα", με διέταξε.
Έπεσα στα τέσσερα και ένιωσα το μαστίγιο να μου τσακίζει την πλάτη. Δεν ήταν πιά παιχνίδι. Ήταν η άγρια πραγματικότητα. Δεν άντεχα άλλο και της είπα
"Έλεος αφέντρα. Λυπήσου την σκλάβα σου".
Σταμάτησε. Την κοίταξα στο πρόσωπο. Ήταν αναψοκοκκινισμένη. Βαριανάσαινε. Ήταν υπέροχη. Της φίλησα τα πόδια, όχι επειδή με διέταξε, αλλά επειδή την λάτρευα. Μίλησε. Τα λόγια της γράφηκαν στο μυαλό μου γιά πάντα.
"Πρώτον, μην ξανατολμήσεις να μου μιλήσεις στον ενικό. Μέχρι τώρα έδειξα απίστευτη ανοχή στην αυθάδειά σου, αλλά από δω και μπρος, θα σε μάθω τι σημαίνει υπακοή. Αν ξαναμιλήσεις όταν δεν πρέπει ή όπως δεν πρέπει, θα σε τσακίσω. Πίστεψέ με, θα υποφέρεις τόσο που θα μετανιώσεις που έγινες σκλάβος μου. Δεύτερον, σου μιλάω σε θηλυκό γένος, γιατί απόψε είσαι η πουτάνα μου και είμαι ο γαμιάς σου. Από δω και πέρα, θα σε φωνάζω Τζούλια. Κατάλαβες σκύλα;".
Κατάλαβα πως δεν με έπαιρνε πιά να κάνω παιχνίδια. Την είχα αγριέψει στ΄ αλήθεια.
"Μάλιστα αφέντρα. Συγχώρεσέ με. Δεν έχω βρεθεί ξανά σε αυτή την θέση και δεν ξέρω πως να φερθώ", απάντησα.

Ικανοποιήθηκε από την απάντηση, έριξε μία ρόμπα πάνω της γιά να σκεπάσει το υπέροχο σώμα της και μου μίλησε πιό ήρεμα αυτή την φορά.
"Εντάξει Τζούλια. Βάλε τώρα τις κάλτσες σου γιά να συνεχίσουμε Πρόσεξε να μην τους κάνεις καμιά ζημιά".
Κάθισα στο κρεβάτι και τις φόρεσα. Η Άρτεμη στεκόταν όρθια και με παρατηρούσε. Όταν τελείωσα, με πήρε από το χέρι και με κάθισε σε μία καρέκλα. Μου έβαψε τα χείλια με κραγιόν. Μου έβαλε σκιές στα μάτια και μέικ απ στο πρόσωπο. Ένα ελαφρύ γυναικείο άρωμα συμπλήρωσε το μακιγιάζ μου. Ασχολήθηκε μαζί μου γύρω στα είκοσι λεπτά. Όταν τελείωσε, με κοίταξε με φανερή ικανοποίηση. Έφερε μιά μαύρη περούκα με μακριά μαλλιά και μου την φόρεσε.
"Τι νούμερο παπούτσια φοράς γλυκιά μου;", ρώτησε.
"Σαράντα τρία κυρία".
Έψαξε στην ντουλάπα της και βρήκε ένα ζευγάρι γόβες. Την ώρα που ήταν γονατισμένη μπροστά μου και μου έβαζε τις γόβες, είχα την επιθυμία να την ξεσκίσω. Να την αρπάξω, να την ρίξω στο κρεβάτι και να την γαμήσω. Να την φέρω στα πρόθυρα του οργασμού, να χύσω στο πρόσωπό της και να μην την αφήσω να τελειώσει. Να της ανοίξω τον κώλο όχι με δονητή, αλλά με το πραγματικό πράγμα. Να χύσω στον κώλο της και να την δω να φωνάζει από το τσούξιμο. Δεν έκανα τίποτα από αυτά. Η μεταμόρφωσή μου ολοκληρώθηκε και η αφέντρα μου θέλησε να ολοκληρώσει το δημιούργημά της. Πήγαμε στο σαλόνι και με διέταξε να αρχίσω να περπατώ κατά μήκος του δωματίου. Είχε πάρει μαζί της το μαστίγιο και κάθε λίγο διόρθωνε τον βηματισμό μου χτυπώντας με απαλά στον κώλο με αυτό. Όταν κατάφερα να περπατήσω με το σκέρτσο και την χάρη που ήθελε, με πλησίασε χαρούμενη και με φίλησε στο στόμα.
"Τζούλια είσαι όμορφη", που είπε.
"Χαίρομαι που η κυρία μου είναι ικανοποιημένη από την εμφάνισή μου", απάντησα.
Με κοίταξε με καχυποψία. Η απάντησή μου, μπορεί να ακουγόταν σωστή, εμπεριείχε όμως έναν τόνο αυθάδειας. Δεν ήταν η απάντηση του σκλάβου προς τον αφέντη του, αλλά του υπηρέτη προς το αφεντικό του. Συνειδητά δοκίμαζα με αυτό τον τρόπο τις ανοχές της. Το κατάλαβε και αυτό σήμαινε πως ήταν πιό έξυπνη από ότι πίστευα στην αρχή. Χαμογέλασε και σχολίασε
"Παίζεις με την φωτιά. Θα χαρώ να σε κάψω όταν θα κάνεις το λάθος. Πάμε τώρα να δεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη".

Όταν κοίταξα τον εαυτό μου στον μεγάλο καθρέφτη της κρεβατοκάμαρας, εντυπωσιάστηκα από αυτό που είδα. Η Άρτεμη ήρθε από πίσω και άρχισε να με χαϊδεύει. Αποφάσισα να παίξω τον ρόλο μου μέχρι το τέλος, χωρίς αναστολές.
"Αχ κυρία, πάρτε με."
"Θέλεις να σε γαμήσω γλυκιά μου;" με ρώτησε.
"Θα κάνω ό,τι θέλει η αφέντρα μου", απάντησα.
Άρχισε να μου χαϊδεύει το πόδι πάνω από την κάλτσα. Με φίλησε στον ώμο από πίσω. Πολύ σιγά, μου ψιθύρισε στο αυτί,
"Σκύψε".
Έσκυψα και στήριξα τα χέρια μου στα γόνατά μου. Πέρασε με τα χέρια της το κορμί μου από πάνω μέχρι κάτω. Άρχισε να χαϊδεύει τον κώλο μου. Κόλλησε το κορμί της πάνω στο δικό μου. Το χέρι της, με έπιασε από μπροστά. Με έσφιξε. Μείναμε γιά λίγο ακίνητοι και μετά έφυγε από πίσω μου.

Με πήγε στην κουζίνα.
"Κάτσε εδώ και περίμενε να ετοιμαστώ", μου είπε.
Υπήρχε ένας άνετος καναπές. Ξάπλωσα στο πλάι. Μετά από λίγη ώρα, μία γυναίκα μπήκε στο δωμάτιο. Ήταν και δεν ήταν η Άρτεμη. Είχε αλλάξει τελείως την εμφάνισή της. Έπαθα σοκ μόλις την είδα. Χωρίς να καταλαβαίνω καλά καλά τι κάνω, γονάτισα μπροστά της και τις φίλησα τα παπούτσια.
"Αφέντρα μου", ψέλλισα.
Φορούσε μία κατάλευκη καρέ περούκα. Ο συνδυασμός της με τα μελαχρινά χαρακτηριστικά της αφέντρας μου, δημιουργούσε ένα πρόσωπο που υποσχόταν πόνο και ταπείνωση. Ένα ζευγάρι γάντια από καουτσούκ και ένα ζευγάρι γόβες με τακούνι στιλέτο. Με έβαλε να ξαπλώσω πάνω στο τραπέζι. Μου φόρεσε στα χέρια τις χειροπέδες και τις έδεσε στα πόδια του τραπεζιού. Αμίλητη. Ανέκφραστη. Ένιωσα ερεθισμένος από όλη την διαδικασία. Πήγε γιά λίγο πίσω στην κρεβατοκάμαρα. Όταν γύρισε, φορούσε δονητή. Ήταν μεγαλύτερος και πιό χοντρός από αυτόν με το οποίο με είχε πάρει την πρώτη φορά. Χωρίς να μιλήσει, με πλησίασε, άνοιξε τα πόδια μου και τα έβαλε στους ώμους της. Με τράβηξε προς το μέρος της. Μου έβγαλε το σλιπάκι. Με το δεξί της χέρι κρατούσε σταθερά το πόδι μου. Με το αριστερό της, οδήγησε τον δονητή στον κώλο μου. Σιγουρεύτηκε ότι ήταν στην σωστή θέση και τον έσπρωξε λίγο.
"Αααααχ".
Ήταν πολύ μεγάλος γιά μένα. Όσο και αν είχα ανοίξει την προηγούμενη φορά, τώρα πονούσα και πάλι. Τον έσπρωξε πιό βαθιά.
"Ααααααχ".
Ένιωσα τις χειροπέδες να συγκρατούν τα χέρια μου, καθώς ασυναίσθητα πήγα να προστατευτώ από τα χειρότερα.
"Αααααχ".
Μου τον είχε βάλει πιό μέσα. Τον τράβηξε έξω, και με μία αργή, οδυνηρή κίνηση που φάνηκε να κρατά έναν αιώνα, τον έχωσε μέχρι το τέρμα. Δάκρυσα από τον πόνο. Δάγκωσα την γλώσσα μου. Κρατώντας και τα δύο πόδια μου, η Άρτεμη άρχισε να μπαίνει και να βγαίνει μέσα μου. Ούρλιαζα από τον πόνο και χτυπιόμουν πάνω στο τραπέζι. Οι χειροπέδες με κρατούσαν ακίνητο. Με παρατηρούσε με ύφος ψυχρό.
"Χτυπήσου τσούλα", μου είπε και τον έσπρωξε πιό βίαια από πριν. Τον τράβηξε έξω, και τον κοίταξε. Χαμογέλασε και μου είπε
"Μάτωσες, τώρα αρχίζουν τα καλύτερα".
Τον έβαλε και πάλι και συνέχισε να κινείται μπρος πίσω. Συνέχισα να βογκάω από πόνο.
"Είσαι πολύ στενός", παρατήρησε.
Τον έσπρωξε και πάλι με δύναμη. Είχα σταματήσει να φωνάζω από τον πόνο, είχα δακρύσει.
"Έλεος κυρία". "Δεν υπάρχει έλεος εδώ που έφτασες. Χαλάρωσε και απόλαυσέ το".
Και συνέχισε να με πηδάει. Δεν ένιωθα πιά τίποτα. Είχα παραδοθεί εντελώς, ήμουν ένα κομμάτι σάρκας που μιά αδυσώπητη κυρία το ξέσκιζε γιά την δική της ευχαρίστηση, χωρίς να δίνει δεκάρα γιά το αν το κρέας αυτό αισθανόταν το παραμικρό. Την κοίταζα καθώς συνέχιζε ακούραστη να μπαίνει μέσα μου. Είχε ρίξει πίσω το κεφάλι της, είχε μισοκλείσει τα μάτια και απολάμβανε την κάθε κίνηση. Μου ήταν πλέον εντελώς αδιάφορο το τι έκανε. Δεν πονούσα πιά, δεν αντιδρούσα. Τον έβγαλε έξω. Δεν ένιωσα καλύτερα από πριν.

Με έλυσε και με άφησε να ξαπλώσω στον καναπέ. Ήμουν ξεθεωμένος. Τα χέρια μου πονούσαν από τις χειροπέδες. Άναψε ένα τσιγάρο, και κάθισε μακριά μου. Με παρατηρούσε. Την κοίταζα και την θαύμαζα. Καθόταν με τα πόδια ανοιχτά και τον δονητή να ξεπετάγεται ανάμεσά τους. Είχε σκύψει, το ένα χέρι διπλωμένο πάνω στο πόδι της, το άλλο όρθιο κρατούσε το τσιγάρο. Όση ώρα κράτησε το τσιγάρο, με κοιτούσε και την κοιτούσα, χωρίς να μιλάμε. Έσβησε το τσιγάρο, σηκώθηκε και στάθηκε με τα πόδια ανοιχτά και τα χέρια στην μέση.
"Έλα εδώ στα τέσσερα".
"Σκύψε στο τραπέζι".
Ήρθε από πίσω μου και άρχισε να με χαϊδεύει. Ένιωθα τον δονητή να με ακουμπά τυχαία καθώς η αφέντρα μου έπαιζε με την πλάτη μου.
"Ξάπλωσε".
Πήρε ένα ζευγάρι χειροπέδες και μου έδεσε τα χέρια στην πλάτη. Με σήκωσε και με ξάπλωσε ανάσκελα πάνω στο τραπέζι, τα πόδια μου ανοιχτά. Πίστεψα ότι θα με έπαιρνε πάλι. Έκανα λάθος. Πήγε και έφερε το μαστίγιο. Στάθηκε και με κοίταξε. Την κοίταξα και εγώ. Ήταν υπέροχη. Ήταν γυμνή, φορούσε γόβες στιλέτο, μαύρα γάντια από καουτσούκ, και την περούκα της. Και κρατούσε το μαστίγιο στο χέρι. Πάνω από όλα όμως, φορούσε τον δονητή, το απόλυτο σύμβολο της κυριαρχίας. Σήκωσε το χέρι της και κατέβασε το μαστίγιο με δύναμη στο στήθος μου. Τινάχτηκα λες και με χτύπησε ρεύμα. Έμεινε γιά λίγο ακίνητη. Με κοίταξε στα μάτια. Χωρίς να παίξει το βλέμμα της ούτε χιλιοστό, σήκωσε πάλι το μαστίγιο και το κατέβασε στο πρόσωπό μου. Τσατίστηκα στ΄ αλήθεια. Προσπάθησα να σηκωθώ και να της επιτεθώ. Δεν γινόταν. Τα χέρια μου ήταν δεμένα στην πλάτη, και ένα απαλό σπρώξιμο από την αφέντρα μου, με έριξε πάλι στο τραπέζι. Το επόμενο χτύπημα ήρθε μισό λεπτό αργότερα. Έπεσε εκεί που δεν έπρεπε. Πέθανα από τον πόνο. Η Άρτεμη στεκόταν ακίνητη, με κοιτούσε στα μάτια και κατέβαζε με δύναμη το μαστίγιο πάνω μου. Κάθε λίγο, έκλεινα τα μάτια καθώς περίμενα το επόμενο χτύπημα. Φοβόμουν. Τα μάτια της δεν έπαιζαν καθόλου. Ήταν καρφωμένα στα δικά μου. Με πονούσαν περισσότερο από το μαστίγιο.
"Μέτρα τα χτυπήματα ανάποδα, αρχίζοντας από το σαράντα."
Τσακ...
"Σαράντα" απάντησα.
"Δεν με ευχαριστήσες τσουλί. Από την αρχή".
Τσακ... "Σαράντα, ευχαριστώ κυρία".
Τσακ... "Τριάντα εννέα, ευχαριστώ κυρία".
"Λάθος αρχίδι, μόνο τα ζυγά θα μετράς.
Από την αρχή."
Το μαστίγιο πέφτει πάλι.
"Σαράντα, ευχαριστώ κυρία".
Νέο χτύπημα. Σιωπή. Νέο χτύπημα.
"Τριάντα οκτώ, ευχαριστώ κυρία".
"Μέτρα και τα δευτερόλεπτα. Από την αρχή".
Χτύπημα.
"Σαράντα, ευχαριστώ κυρία".
"Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε". Χτύπημα. "Ένα, δύο, τρία". Χτύπημα.
"Τριάντα οκτώ, ευχαριστώ κυρία"
"Ένα, δύο".
Χτύπημα.
"Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, έξη επτά, οκτώ".
Χτύπημα.
Στα έξη χτυπήματα, μπέρδεψα τα δευτερόλεπτα με τα χτυπήματα.
"Λάθος. Από την αρχή".
Αυτή την φορά το λάθος έγινε στα είκοσι τρία χτυπήματα.
"Από την αρχή".
Λάθος στα δέκα έξη. Ξανά από την αρχή. Λάθος στα τριάντα. Δεν ξέρω πόσες φορές ακόμη έκανα λάθος. Είχα δακρύσει. Συνέχιζε να με κοιτά στα μάτια και να κατεβάζει το μαστίγιο. Ανέκφραστη. Κατάφερα να κατέβω κλαίγοντας μέχρι το δύο. Πέρασαν είκοσι δευτερόλεπτα. Περίμενα το χτύπημα της λύτρωσης. Τσακ... Χαλάρωσα.
"Γιατί σταμάτησες το μέτρημα των δευτερολέπτων;
Από την αρχή."
Δεν άντεχα άλλο. Ξέσπασα σε δυνατό κλάμα.
"Λυπήσου με Άρτεμη. Σε παρακαλώ, δεν αντέχω άλλο, άφησέ με να φύγω." Δυνατό χαστούκι
"Από την αρχή."
Τσακ... Καμία απάντηση. Δεύτερο χτύπημα. Τίποτα. Έκλαιγα και πονούσα. Άναψε τον αναπτήρα της, ζέστανε το μέταλλο, έβγαλε από το σουτιέν το δεξί μου βυζί και τον ακούμπησε πάνω στην ρώγα. Ούρλιαξα.
"Ξέρεις να μετράς χαμένε;"
"Ξέρω κυρία", "Μέτρα τότε".
Τσακ... "Σαράντα, ευχαριστώ κυρία".
Λίγα λεπτά αργότερα, είχα καταφέρει να φτάσω στο δύο. Έπεσε το τελευταίο χτύπημα.
Μέτρησα τα δευτερόλεπτα μέχρι τα τριάντα επτά.
"Φτάνει Τζούλια."
Σταμάτησα. Με φίλησε τρυφερά στο μέτωπο.
"Τα κατάφερες γλυκιά μου. Μπράβο σου. Έλα να σου βγάλω τις χειροπέδες."
Με σήκωσε από το τραπέζι, με γύρισε και μου έβγαλε τις χειροπέδες.

Ένιωθα υπέροχα. Ήμουν χαρούμενος που τα κατάφερα. Καθώς στεκόταν από πίσω μου, άρχισε χαϊδεύει την πλάτη μου. Ήξερα τι ήθελε. ήθελε να με πάρει και πάλι. Ήθελα να την ευχαριστήσω. Ξάπλωσα πάνω στο τραπέζι.
"Αφέντρα μου, είμαι δική σου".
Ακούμπησε τον δονητή πάνω στα κωλομέρια μου και άρχισε να τον τρίβει. Τον έβαλε ανάμεσα, και άρχισε να τον κινεί πάνω κάτω. Με χάιδευε στην πλάτη απαλά. Γιά πρώτη φορά εκείνο το βράδυ, ένιωσα να μου σηκώνεται. Το κατάλαβε και αυτή. Ακούμπησε το κεφάλι στο άνοιγμά μου. Ήμουν έτοιμος να τον πάρω. Δεν μου τον έβαλε. Τον κατέβασε λίγο πιό χαμηλά πέρασε ανάμεσα από τα πόδια μου και άρχισε να τον τρίβει πάνω στον πούτσο μου. Με τα χέρια της κρατούσε σταθερά τους γλουτούς μου. Κινιόταν μπρος - πίσω.
"Σφίξε τον με τα μπούτια σου".
Τον έσφιξα. Συνέχισε να τον τρίβει. Άρχισα να κουνιέμαι γιά να τον νιώσω περισσότερο. Μου είχε σηκωθεί κανονικά. Τον ακούμπησε πάλι στην κωλοτρυπίδα μου. Την ένιωσα να ξαπλώνει πάνω μου. Πέρασε τα χέρια της κάτω από τις μασχάλες μου, και με έπιασε σταθερά από τους ώμους. Με δάγκωσε ελαφρά στο αυτί και μου ψιθύρισε
"Πάρε βαθεία ανάσα γλυκιά μου".

Τον ένιωσα να μπαίνει μέσα μου.

Πόνεσα πολύ λίγο, τόσο όσο χρειαζόταν γιά να καυλώσω ακόμη περισσότερο. Ήταν το πιό όμορφο πράγμα που μου είχε κάνει ποτέ γυναίκα. Αναστέναξα καθώς τον ένιωσα να φτάνει στο τέλος.
"Πονάς Τζούλια;"
"Όχι κυρία".
Τράβηγμα έξω, πάλι μέσα
"Είσαι καυλωμένη. Θα χύσεις γιά μένα;"
"Μάλιστα κυρία".
Τα χέρια της με κρατούσαν δυνατά από τους ώμους, τα βυζιά της χάιδευαν την πλάτη μου και ο δονητής τραβήχτηκε πάλι προς τα έξω, έτοιμος γιά νέο μπάσιμο, καινούρια κύματα ηδονής. Χώθηκε πάλι μέχρι το τέρμα. Νέος αναστεναγμός.
"Θα χύσεις όταν θα σου πω;"
"Θα χύσω γιά την κυρία μου".
Έξω, μέσα. Ήταν υπέροχο.
"Πριν τελειώσεις, πρέπει να πονέσεις. Θέλεις;"
Δεν καταλάβαινα τι σήμαινε αυτό. Δεν είχε όμως σημασία.
"Κάνε με να χύσω μέσα από πόνο".
Σηκώθηκε. Τα βυζιά της δεν ήταν πιά στην πλάτη μου. Τα χέρια της έπιασαν τους γλουτούς μου, και τους άνοιξαν. Ο δονητής, βγήκε πάλι και μπήκε ξανά. Ταξίδευα σε μιά θάλασσα ηδονής. Είχα κλείσει τα μάτια, βύζαινα το δάχτυλό μου και περίμενα το επόμενο μπάσιμο. Ένιωσα να ξεροχύνω.Μέσα - έξω. Μέσα - έξω. Ήθελα να νιώσω τα χύσια της στον κώλο μου. Τον έβγαλε τελείως.
"Γιατί δεν συνεχίζετε κυρία;"
Η φωνή μου είχε γίνει ναζιάρικη. "Μείνε ακίνητη Τζούλια, θα σε κάνω να πονέσεις".
Πήγε στην κρεβατοκάμαρα και γύρισε κρατώντας στα χέρια της έναν τεράστιο δονητή.
"Κοίτα τι θα σου βάλω γλυκιά μου."
Φοβήθηκα μόλις τον είδα, κάτι φάνηκε να ξυπνά μέσα μου. Συνειδητοποίησα τι συνέβαινε. Πριν από μερικές ώρες, ήμουν ένα καθώς πρέπει αρσενικό που αναζητούσε νέες, παράξενες περιπέτειες. Οι περιπέτειες είχαν έρθει, αλλά ήταν περισσότερο παράξενες από ότι έλπιζα. Ήμουν σκλάβος μίας γυναίκας, με είχε κάνει να κλάψω από πόνο, μου είχε ξεσκίσει τον κώλο, με είχε κάνει τραβεστί και σε λίγο θα με άνοιγε τόσο που θα άρχιζα πλέον να έχω προβλήματα φυσιολογίας. Θα τελείωνα όμως με τον πιό υπέροχο τρόπο που είχα τελειώσει ποτέ. Το ήξερα και το περίμενα. Άξιζε τον κίνδυνο.

Μπροστά στα μάτια μου, η παράξενη αυτή γυναίκα έλυσε από την μέση της τον παλιό δονητή και φόρεσε τον καινούριο. Το κτήνος αυτό, σε αντίθεση με τους άλλους δύο που είχα δοκιμάσει μέχρι εκείνη την στιγμή, κρεμόταν χαλαρά ανάμεσα στα σκέλια της. Γιά να τον χώσει έπρεπε να τον κρατά με το ένα χέρι. Στην επιφάνειά του διαγράφονταν έντονα νευρώσεις. Το κεφάλι θύμιζε πραγματικό κεφάλι ανδρικού οργάνου. Μου τον έβαλε στο στόμα.
"Σάλιωσέ τον καλά κούκλα. Η βαζελίνη μου τελείωσε".
Τον έγλειψα.
"Παίξε τον πούτσο σου".
Άρχισα να τον παίζω. Μου σηκώθηκε αμέσως. "Σταμάτα" Στάθηκε πίσω μου. Φοβόμουν αυτό που θα ακολουθούσε. Μου έκλεισε το στόμα με ένα πανί.
"Αυτό γιατί τώρα θα σε κάνω να φωνάξεις στ' αλήθεια και δεν πρέπει να μας ακούσουν οι γείτονες".
Μου έβαλε το δάχτυλό της γιά να δει πόσο ανοιχτός ήμουν. Με ξάπλωσε ανάσκελα πάνω στο τραπέζι και γιά μία ακόμη φορά μου σήκωσε ψηλά τα πόδια.
"Κρατήσου καλά από το τραπέζι. Αυτό το πράγμα πονάει στ' αλήθεια."
Κρατήθηκα, έκλεισα τα μάτια και περίμενα. "Μην κλείνεις τα μάτια. Κοίτα με καθώς θα σε σακατεύω."
Την κοίταξα στο πρόσωπο. Ικανοποιημένη, χαμήλωσε το κεφάλι της και κοίταξε να τοποθετήσει τον δονητή στην σωστή θέση. Τον έσπρωξε λίγο, δοκιμαστικά. Ήταν τοποθετημένος σωστά. Σήκωσε το κεφάλι της και με κοίταξε.
"Πάρε βαθιά αναπνοή".
Πήρα.
Την κοίταζα και τα μάτια μου είχαν πεταχτεί έξω από τον τρόμο.
"Αποχαιρέτα την κωλοτρυπίδα σου αγόρι μου".
Ένας απειροελάχιστος σπασμός φάνηκε στο πρόσωπό της, η λεκάνη της κινήθηκε προς τα εμπρός και εγώ έχασα την επαφή με την πραγματικότητα. Όλο μου το είναι έγινε μία κραυγή και ο κώλος μου σήραγγα του μετρό. Το κατάλαβα ότι μάτωσα με την πρώτη φορά. Αυτή τραβήχτηκε προς τα πίσω και μου τον ξαναέβαλε. Νέα κραυγή. Ένιωθα τις νευρώσεις του δονητή να μου ξυρίζουν το έντερο. Την κοίταζα στα μάτια και ήξερα πότε θα τον χώσει και πάλι.
"Καύλωσε Τζούλια".
Μου σηκώθηκε. Τον έχωσε και πάλι μέσα. Πόνεσα λιγότερο και αυτό δεν μου άρεσε.
"Πονάς λιγότερο τώρα, όμως ετοιμάζεσαι να χύσεις. Δεν είναι υπέροχο;".
Τον τράβηξε μέχρι έξω. Άρχισε να με πηδάει με αργές κινήσεις. Πονούσα κάθε φορά που μου τον έχωνε μέσα. Βογκούσα από πόνο και καύλα. Ήταν άγριο αυτό το γαμήσι, δεν ήταν σαν το προηγούμενο βουτηγμένο μέσα στην απόλαυση. Έπιασα τον πούτσο μου και άρχισα να τον παίζω. Δεν με εμπόδισε. Μετά από λίγο, μου είπε
"Σταμάτα να τον παίζεις και ετοιμάσου να τελειώσεις".
Σταμάτησα. Τον τράβηξε όσο πιό έξω μπορούσε.
"Μόλις στον χώσω θα χύσεις. Κατάλαβες;"
Κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου. Το πρόσωπό της παραμορφώθηκε από αγριάδα και μου τον έχωσε με απίστευτη δύναμη. Με διέλυσε. Έριξα πίσω το κεφάλι μου και έβγαλα μιά τεράστια κραυγή, ενώ από τον πούτσο μου το σπέρμα πετάχτηκε δύο μέτρα ψηλά. Μου τον ξαναέβαλε με τον ίδιο τρόπο. Νέα κραυγή, νέα εκσπερμάτωση. Τέσσερις φορές τον έσπρωξε, τρεις φορές τελείωσα. Τον έβγαλε έξω και φοβήθηκα ότι θα μου έβγαζε και το έντερο. Ήταν καταματωμένος Τον έλυσε από την μέση της και τον ακούμπησε πάνω σε χαρτί κουζίνας γιά να μην λερώσει τον τόπο. Έβγαλε τα γάντια της και με κοίταξε καθώς ήμουν ξαπλωμένος στο τραπέζι, χωρίς ίχνος ζωτικότητας πάνω μου. Ήταν φανερά ικανοποιημένη από το αποτέλεσμα.

Με άφησε κανένα πεντάλεπτο να συνέλθω και στην συνέχεια ήρθε, μου έλυσε το στόμα, με έγδυσε και με πήγε στο μπάνιο. Με έπλυνε σαν μικρό παιδί. Δεν έδειχνα κανένα ίχνος πρωτοβουλίας. Με σκούπισε με μία μεγάλη, υπέροχα απαλή πετσέτα και με πήγε στο κρεβάτι. Έξω είχε αρχίσει να ξημερώνει. Έβγαλε τα παπούτσια και την περούκα της, ξάπλωσε και με πήρε στην αγκαλιά της. Ασυναίσθητα γύρεψα το στήθος της και άρχισα να βυζαίνω.
"Σταμάτα γλυκέ μου. Θα με καυλώσεις και ξέρεις τι σε περιμένει".
Σταμάτησα. Κοιμηθήκαμε αγκαλιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου