Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

Άρτεμις, μέρος τέταρτο: Εξηγήσεις


Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό
στάλα την στάλα συναγμένο απ' το κορμί σου....

Ο ήλιος είχε δύσει από ώρα, κι εμείς καθόμασταν στο σαλόνι, ακούγαμε την Μαρίζα Κωχ να τραγουδά Καββαδία, πίναμε από ένα ποτό (Ουίσκι εγώ, βότκα η Άρτεμις), καπνίζαμε και απολαμβάναμε ο ένας την παρουσία του άλλου. Ήμασταν ερωτευμένοι. Την λέξη αγάπη μου, που τόσο με είχε παραξενέψει όταν την άκουσα το πρωί από το στόμα της, τώρα την χρησιμοποιούσα κι εγώ. "Πρέπει να βγούμε γιά φαγητό, έχω αρχίσει να πεινάω". Η φράση αυτή ακούστηκε μετά από πολύ ώρα ησυχίας. "Κι εγώ πεινάω", της απάντησα. Και σωπάσαμε πάλι γιά ένα περίπου δεκάλεπτο. Τότε χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο Νίκος. Πήρε λέει γιά να μας προτείνει να βγούμε μαζί με την φίλη του γιά φαγητό. Και οι δύο βέβαια ήμασταν σίγουροι πως στην ουσία πήρε γιά να μάθει τι κάνουμε, αν είμαστε ακόμη μαζί ή αν πλακωθήκαμε στο ξύλο. Όμως ήμασταν και οι δυό μας εξαντλημένοι, έτσι ήταν σίγουρο πως θα δεχόμασταν την πρόταση, μόνο και μόνο γιατί δεν είχαμε εκείνη την ώρα, ή δεν θέλαμε, την δύναμη να αποφασίσουμε. Η Άρτεμις που μίλησε μαζί του στο τηλέφωνο, δικό της άλλωστε ήταν το σπίτι, αφού άκουσε την πρότασή του, μου πέρασε το ακουστικό, λέγοντας ότι εγώ έπρεπε να αποφασίσω. Δεν περίμενα διαφορετική συμπεριφορά από μέρους της. Ο φίλος μου αυτή την φορά ήταν πολύ σοβαρός και δεν έκανε καλαμπουράκια όπως το πρωί. Κλείσαμε ραντεβού γιά τις ένδεκα το βράδυ. Το τηλέφωνο έγινε γύρω στις οκτώ. Μέχρι τις δέκα, δεν κάναμε απολύτως τίποτα. Σηκωνόμασταν από τις θέσεις μας μόνο γιά να βάλουμε κανένα ποτό ή γιά να αλλάξουμε CD στο στέρεο. Και τις φορές αυτές, κάναμε τις δουλειές στα γρήγορα γιά να ξαναβρεθούμε και πάλι ο ένας δίπλα στον άλλο. Κρατούσα το χέρι της ή χάιδευα το πόδι της. Κι αυτή έκανε το ίδιο, όταν εγώ σταματούσα. Δεν είμαι σίγουρος αν όλη αυτή την ώρα μιλήσαμε καθόλου. Όταν πιά η ώρα είχε περάσει και ήταν σίγουρο ότι θα αργούσαμε στο ραντεβού μας, κάποιος από τους δυό μας είπε "'Ωρα να ετοιμαστούμε". 

Σηκωθήκαμε γιά να ντυθούμε. Στην κρεβατοκάμαρα, η Άρτεμις πήρε από την ντουλάπα ένα κορμάκι γιά να το φορέσει. Στεκόμουν πίσω της και την κοίταζα. Καθώς έσκυψε γιά να το κουμπώσει από κάτω, όρμηξα πάνω της. Την έβαλα να σκύψει και να στηριχτεί στην άκρη του κρεβατιού. Απέναντί μας, ήταν ανοιχτό το φύλο της ντουλάπας με τον καθρέπτη. Καθώς έμπαινα μέσα της, την κοίταζα στο πρόσωπο μέσα από τον καθρέπτη. Εκφράσεις έκπληξης, αποδοχής ηδονής, πόνου διαδέχονταν η μία την άλλη στο πρόσωπό της. Μετά την πρώτη έκπληξη, το κορμί της συντονίστηκε με το δικό μου και άρχισε να κινείται πότε μπρος πίσω, πότε δεξιά κι αριστερά. "Ποιό δυνατά". Αυτή η φράση έβγαινε κατά καιρούς από το στόμα της. Κάθε φορά που την έλεγε, ο ρυθμός μου πολλαπλασιαζόταν. Σε μιά στιγμή είδα τον οργασμό στο πρόσωπό της. Την ένοιωσα να τραντάζεται. Ξέφυγε από τα χέρια μου, γλίστρησε και έπεσε πάνω στο κρεβάτι. Την άρπαξα με δύναμη και την έστησα πάλι. Μπήκα ξανά μέσα της. Το πρόσωπό της είχε παραμορφωθεί από τα αλλεπάλληλα κύματα οργασμού που σάρωναν το είναι της. Ούρλιαζε. Πάνω στο δυνατότερό της ουρλιαχτό, άρχισα κι εγώ να αδειάζω το σπέρμα μου μέσα της. Τα ουρλιαχτά έγιναν δύο. Όταν σηκωθήκαμε από το κρεβάτι όπου πέσαμε χωρίς να το καταλάβουμε, ήμασταν μούσκεμα από τον ιδρώτα. "Είσαι ένα κτήνος", μου είπε καθώς τράβηξε γιά το μπάνιο. "Είσαι μεγάλη ανάφτρα", της απάντησα όταν γύρισε και ξεκίνησα γιά να πλυθώ. Προφανώς, λόγοι αυτοπροστασίας και επιβίωσης μας οδήγησαν έναν έναν ξεχωριστά στο μπάνιο. Αν είχαμε πάει μαζί, ένας θεός ξέρει τι θα γινόταν.
Όταν γύρισα από το μπάνιο, αυτή είχε ήδη καλύψει το κορμί της. Φορούσε ένα άλλο μαύρο κορμάκι, το πρώτο ήταν ανεπανόρθωτα στραπατσαρισμένο, κι ένα μαύρο φαρδύ παντελόνι. Την στιγμή εκείνη, καθόταν μπροστά στον καθρέπτη της τουαλέτας της και βαφόταν. Μέχρι να τελειώσω το ντύσιμό μου, ήταν κι αυτή έτοιμη. Το μακιγιάζ της ήταν ελαφρύ, διακριτικό. Μόνη παραφωνία, το εκτυφλωτικό κόκκινο με το οποίο είχε βάψει τα χείλη της.

"Γιατί τόσο έντονο κραγιόν", την ρώτησα.
"Γιά να καταλάβουν όλοι πόσο ερωτευμένη είμαι μαζί σου", μου απάντησε.

Ομολογώ πως μέχρι σήμερα δεν έχω καταλάβει τον συλλογισμό της, την στιγμή όμως εκείνη την στιγμή το σημαντικό ήταν πως ειπώθηκε μιά φράση που μέχρις εκείνη την στιγμή είχε ειπωθεί μόνο με τα μάτια. Γιά να σπάσω την ένταση που προκάλεσε η τελευταία κουβέντα, την ρώτησα.

"Δηλαδή θέλεις να γίνεις το κορίτσι μου;".
"Όχι", μου απάντησε "Είμαι η γυναίκα σου".

Σταματήσαμε και οι δύο την συζήτηση. 'Ηταν πολύ βαριά γιά την στιγμή. Πεινάγαμε κι οι φίλοι μας μας περιμέναν. Πήρε στο χέρι της ένα σακάκι, και φύγαμε από το σπίτι. Όταν βγήκα στον δρόμο, με την Άρτεμη να με κρατά αγκαζέ, σκέφτηκα πόσο είχαν αλλάξει τα πράγματα στην ζωή μου μέσα σε λιγότερο από είκοσι τέσσερις ώρες.

Φτάσαμε καθυστερημένοι μόνο κατά ένα τέταρτο στο εστιατόριο όπου είχαμε δώσει ραντεβού με τα παιδιά. Ο άθλος αυτός, ήταν αποτέλεσμα της πιό παλαβής κούρσας που έχω κάνει μέχρι σήμερα. Κάμποσα φανάρια τα περάσαμε με "βαθύ πορτοκαλί", προσπεράσαμε αυτοκίνητα πολλαπλάσιου κυβισμού από το δικό μου που τα οδηγούσαν νεαροί με καμάρι και τσαμπουκά, είδαμε τις ανοιχτές παλάμες κάμποσων συμπολιτών μας και μάθαμε να ξεχωρίζουμε τα αυτοκίνητα από την υφή της κόρνας τους. Δεν υπήρχε κανείς ιδιαίτερος λόγος γιά να βιαστούμε. Τα παιδιά, ξέραμε ότι είχαν μετεξελίξει εδώ και χρόνια το ακαδημαϊκό τέταρτο σε τριαντάλεπτο στην καλύτερη των περιπτώσεων. Όμως μιά πρωτόγνωρη και συνάμα πρωτόγονη δύναμη ξεχείλιζε από μέσα μου. Το ίδιο αισθανόταν και η συντρόφισά μου. Κάθε φορά που έκανα μιά παλαβομάρα, μου έσφιγγε το πόδι λες και μου έλεγε πάνω τους, προσπέρασέ τους τους ξενέρωτους. Καθώς παρκάριζα, κλέβοντας την θέση από ένα κακομοίρη που ένας θεός ήξερε πόση ώρα έψαχνε στα γύρω στενά, η Άρτεμις μου είπε
"Έτσι σε θέλω".
"Αν δεν γίνω πούστης με σένα που έμπλεξα, θα σκοτωθώ στον δρόμο".
"Όταν θα γυρίσουμε στο σπίτι, θα σε πηδήξω με τον μεγάλο δονητή".
"Δεν θα προλάβεις, θα σου ξεσκίσω των κωλοτρυπίδα", της απάντησα.

Τότε σκέφτηκα πως μέχρις εκείνη την στιγμή, δεν την είχα πάρει ακόμη από πίσω. Κράτησα μιά σημείωση στο μυαλό μου, κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο και μπήκαμε στο εστιατόριο. Ω του θαύματος, ο Νίκος και η Ματίνα ήταν ήδη εκεί.

"Φαντάσου πόσο τους έχουμε εξιτάρει όλους γιά να είναι ήδη εδώ", σχολίασε χαμηλόφωνα η Άρτεμίς.

Καθίσαμε και νοιώσαμε πως στην ατμόσφαιρα πλανιόταν η αμηχανία. Φάγαμε με λυσσασμένη όρεξη, ήπιαμε μόνοι μας δύο μπουκάλια κρασί, όση ώρα τρώγαμε περιορίσαμε την κουβέντα με τα παιδιά στο πιάσε το ψωμί, να μας φέρουν ακόμη ένα κρασί και άλλα τέτοια καθόλου φιλικά. Μεταξύ μας βέβαια, τα μηνύματα ανταλλάσσονταν με φρενήρη ρυθμό. Πότε με τα μάτια, πότε με χουφτώματα κάτω από το τραπέζι, πότε με ανοίκιες επιθέσεις του ενός στο πιάτο του άλλου και πότε με γλύκες της μορφής δοκίμασε κι αυτό αγάπη μου. Όταν επί τέλους χορτάσαμε, αφού φάγαμε γιά δύο ο καθένας μας, και περάσαμε στο γλυκό, μούς ω σοκολά γιά την κυρία, γιαούρτι με μέλι και καρύδια γιά μένα, αποφασίσαμε να ασχοληθούμε και με τους φίλους μας που μας κοίταζαν τόση ώρα εμβρόντητοι. Ανάψαμε τσιγάρο, και ρώτησα την Ματίνα πως τα περνά, μιάς και είχα καιρό να την δώ.

"Εγώ καλά είμαι", απάντησε, "αλλά νομίζω ότι εσείς πρέπει να προσέξετε γιατί δεν τρώτε καλά τελευταία".
"Κι οι δυό μας τρώμε καλά, νάσαι σίγουρη γι αυτό", απάντησε η Άρτεμις.

Σκέφτηκα τους δονητές που είχα φάει από το περασμένο βράδυ. Κοίταξα την Άρτεμη και τις είπα με τα μάτια αυτό που σκέφτηκα. Αυτή μου θύμισε τι είχε φάει πριν από λίγη ώρα, στημένη μπροστά στον καθρέπτη της ντουλάπας. Ξεκαρδιστήκαμε στα γέλια. Όλη η ώρα που περάσαμε μαζί με τα παιδία, κύλισε μέσα σε ανάλογο κλίμα. Όταν χωρίσαμε, ο Νίκος μίλησε με πολύ προσοχή και σύνεση.

"Παδιά χαίρομαι πραγματικά που σας βλέπω μαζί. Προσέξτε όμως. Μόνος ο καθένας από σας, είναι ενάς απλός και συνηθισμένος άνθρωπός. Τώρα που σμίξατε, έχετε δημιουργήσει ένα εκρηκτικό συνδυασμό. Δεν σας κρύβω πως φοβάμαι λίγο γιά σας. Χαλιναγωγήστε το πάθος σας".
"Γειά σου Νίκο σοφέ γερό Νέστορα", του απάντησα. Χωρίσαμε.

Αυτή την φορά οδήγησα χωρίς εξαλοσύνες. Το χέρι της συντρόφου μου, ήταν πάντοτε στο πόδι μου. Την φορά αυτή όμως, δεν με έσφιγγε, δεν μου έλεγε προσπέρασέ τον τον μουρόχαβλο. Φτάσαμε στο σπίτι και ήμασταν κι οι δυό συλλογισμένοι. Οι κουβέντες του Νίκου ήταν κουβάς με κρύο νερό στην μούρη.
"Ήταν μιά τρέλα της βραδιάς", ξεκίνησε να λέει.
"Ήξερα από την ώρα που μας γνώρισαν πως έψαχνες μιά σαδίστρια. Κατάλαβα πως ήσουν αρκετά έξυπνος γιά να αντιληφθείς αμέσως πως ήμουν η γυναίκα που γύρευες. Είπα γιατί όχι, ας παίξω μαζί του. Είχα πάνω από ενάμισι χρόνο να πάω με άντρα. Το ξέρεις ότι με το ζόρι με έφερε ο Νίκος χθες το βράδυ;"
Τελικά ο ρόλος του φίλου μου ήταν πολύ πιό μεγάλος σ' αυτή την υπόθεση από ότι νόμιζα στην αρχή. Λες να την έφερε γιά να γνωριστούμε;.

"Ο Νίκος ήθελε να γνωριστούμε εμείς οι δύο;" την ρώτησα.
"Όχι". Ήταν κατηγορηματική σ΄ αυτό.
"Απλώς έβλεπε ότι τον τελευταίο καιρό δεν ήμουν και τόσο καλά και μου ζήτησε να έρθω γιά με φέρει και πάλι σ' επαφή με την πραγματικότητα", συνέχισε.
"Ήθελε να μου δείξει ότι έχω χάσει την επαφή μου με τους ανθρώπους εξ αιτίας των ερωτικών μου προσανατολισμών".
"Έτσι εξηγούνται κάποια πράγματα", παρατήρησα.
"Ξέρεις, ο φιλαράκος μας εδώ και καιρό έχει βαλθεί να με αποκαταστήσει, τρομάρα του. Πολλές φορές που είχε προτείνει να συναντήσω την παρέα του, όμως όλο και κάτι τύχαινε και αυτό δεν γινόταν. Πριν από μέρες λοιπόν, όταν μου είπε ότι ο Μανώλης οργάνωνε την χθεσινοβραδινή μάζωξη, κατάλαβα ότι η κουβέντα του είχε ξεφύγει. Προσπάθησε να με πείσει να μην έρθω, λέγοντάς μου ότι θα λείπει πολύς κόσμος, ότι θα είναι βαρετά γιατί οι ελεύθερες της παρέας δεν θα έρχονταν και άλλα τέτοια. Τώρα καταλαβαίνω. Δεν ήθελε να έρθω γιατί θα ήσουν εσύ".
"Όχι, κανείς λάθος. Σου έχει μιλήσει καθόλου γιά την Αλεξάνδρα;"
"Ποιά είναι αυτή;"

"Η ελεύθερη που έλειπε και την προόριζε γιά την πάρτη σου κύριε έξυπνε. Είναι κι αυτή μόνη της εδώ και καιρό και μιά μέρα σε μιά άσχετη συζήτηση μου είχε πει πως ξέρει ένα καλό παιδί που ταιριάζει μαζί της και πως το είχε βάλει σκοπό να τους, να σας δηλαδή, γνωρίσει. Απλώς δεν του έκατσε το συνοικέσιο, γιατί ήρθες σε λάθος μάζωξη της παρέας και αντί γιά την Αλεξάνδρα γνώρισες εμένα".
"Έτσι όπως μου τα λες, νομίζω πως έχασα πολλά εξ αιτίας της χθεσινής βραδιάς".
Πικαρίστηκε.
"Το μόνο που έχασες είναι η παρθενιά του κώλου σου", μου απάντησε.
Γελάσαμε λιγάκι, η ατμόσφαιρα ελάφρυνε.
"Ξέρεις όμως", συνέχισε μετά από λίγο "αισθάμοναι πολύ μπερδεμένη μαζύ σου".
"Γιατί;" "Πρώτη φορά μου τυχαίνει ένας άντρας με τέτοιες οβιδιακές μεταστροφές στην ερωτική του συμπεριφορά".
Αυτό το οβιδιακές με έστειλε αδιάβαστο. Η κυρία, εκτός από sex shops και γυμναστήρια, φαίνεται πως ήξερε που πέφτουν και τα βιβλιοπωλεία.
"Την μία στιγμή είσαι μιά ξεσκισμένη παλιοαδελφή και την άλλη ένας κτηνώδης κυνηγός".
Το κτηνώδης κυνηγός μου άρεσε, η ξεσκισμένη παλιοαδελφή με έβαλε σε σκέψεις. Το πρωί μου έλεγε πως ακόμη κι αν σου βάλει μιά γυναίκα έναν δονητή, το κάνει με τον δικό της γυναικείο τρόπο. Δεν γίνεσαι ομοφυλόφιλος από μία γυναίκα. Τώρα μιλάει γιά παλιοαδερφές. Κάτι δεν πάει καλά εδώ. Την κοίταξα βαθιά στα μάτια γιά κάμποση ώρα. Δεν έβγαλα συμπέρασμα, ίσως και να μην ήθελα να βγάλω.
"Δεν χαίρεσαι γι' αυτό;", της είπα. "Έτσι γλυτώνεις και τις περιττές αναζητήσεις. Δύο προϊόντα στην συσκευασία ενός".
"Μην αστειεύεσαι, το ξέρεις πως είμαι ερωτευμένη μαζί σου, το θέμα είναι σοβαρό".
Δεν καταλάβαινα το γιατί. "Κι εγώ είμαι ερωτευμένος μαζί σου, όλα τα άλλα δεν έχουν σημασία. Θέλεις να είσαι η γυναίκα μου;"

Δεν χρειάστηκε να μου απαντήσει με λόγια. Με κοίταξε, χάθηκα μέσα στα μάτια της και την φίλησα. Όση ώρα φιλιόμασταν, ένοιωθα το κορμί της να τρέμει. Κατευθυνθήκαμε αμίλητοι στην κρεβατοκάμαρα. Γδυθήκαμε, αγκαλιαστήκαμε και αρχίσαμε να κάνουμε έρωτα τρυφερά ο ένας στον άλλο. Συνεχίσαμε έτσι γιά ώρες. Τα κορμία μας ίδρωσαν άπειρες φορές. Δεν μας πέρασε από το μυαλό να πάμε να πλυθούμε. Στεγνώναμε ο ένας το κορμί του άλλου με την γλώσσα μας. Πίναμε ό ένας τους χυμούς του άλλου. Με το πρώτο φως της αυγής, σηκώθηκα την πήρα από το χέρι και πήγαμε στο σαλόνι που είχε ανατολικό προσανατολισμό. Εκεί, βλέποντας την ανατολή να κοκκινίζει και το φώς να γίνεται όλο και πιό έντονο, γνωρίσαμε τον οργασμό. Ο ήλιος μας βρήκε ξέπνεους, ιδρωμένους και γεμάτους. Τον καλωσορίσαμε με έναν ακόμη γύρο και στην συνέχεια με πήρε ο ύπνος στην αγκαλιά της, πάνω στα χαλιά του σαλονιού γιά δεύτερη συνεχόμενη μέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου