Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2014

Άρτεμις, μέρος τρίτο: Ερωτικές τρέλλες


Μέσα στον ύπνο μου, άκουσα το τηλέφωνο να χτυπά. Το σήκωσε και απάντησε ψιθυριστά
"Ναι, ποιός είνα;"
"Γειά σου Στέλλα, τι κάνεις"....
 "Μιά στιγμή να σου μιλήσω από το άλλο τηλέφωνο, από εδώ δεν σ' ακούω καλά".

Σηκώθηκε προσεκτικά από το κρεβάτι. Ήμουν στο ενδιάμεσο μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, αλλά αποφάσισα να μην ξυπνήσω εντελώς. Άκουσα τις χαμηλόφωνες κουβέντες που έρχονταν από την κουζίνα όπου βρισκόταν μιά δεύτερη τηλεφωνική συσκευή. Το τηλέφωνο έκλεισε μετά από λίγο. Θόρυβος από βιαστικό άνθρωπου που κάτι ψάχνει. Ησυχία γιά λίγο. Μετά, μπαίνει στο δωμάτιο, ανοίγει την ντουλάπα και διαλέγει από μέσα, μετά από λίγη σκέψη, δύο βραδινά φορέματα. Με τα μάτια μισάνοιχτα την παρατηρώ. Είναι γυμνή και είναι υπέροχη. Γιά μιά στιγμή σκέφτομαι να σηκωθώ και να την πάρω πάνω στο σκαμπώ της τουαλέτας της. Χωρίς να το καταλάβει, την πλησιάζω, την δαγκώνω στον λαιμό από πίσω, χαϊδεύω το στήθος της, το χέρι μου κατεβαίνει στην κοιλιά της, την κρατώ σταθερά, με το άλλο χέρι πιέζω την πλάτη της και την κάνω να σκύψει. Είμαι έτοιμος να σηκωθώ και να βάλω την φαντασίωσή μου σε εφαρμογή, όταν την βλέπω να φορά ένα μακώ και να κατεβάζει από μία κρεμάστρα, όντας μάλλον εκνευρισμένη, ένα blue jean. Αφήνω το πράγμα να εξελιχθεί. Φορά το παντελόνι με φανερή νευρικότητα, παίρνει τα φορέματα στο χέρι και μία σελίδα σημειωματαρίου από την τουαλέτα. Μόλις κοιτάζει το κείμενο της σελίδας, χαμογελά, ηρεμεί και με την σιγουρία και αυτοπεποίθηση που τόσο αγάπησα σ' αυτήν όλες αυτές τις ώρες που είμαστε μαζί, αφήνει το χαρτί στο κομοδίνο δίπλα μου και βγαίνει από το δωμάτιο με βήματα προσεκτικά. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα, το σπίτι έχει αδειάσει από την παρουσία της. Ανοίγω τα μάτια μου και διαβάζω το χαρτί που άφησε δίπλα μου. Ο γραφικός της χαρακτήρας είναι σταθερός, το κείμενο είναι ζυγισμένο δεξιά και αριστερά. Το κείμενο έχει γραφτεί με πέννα, μάλλον ακριβή. Άρχιζε με μιά φράση που θύμιζε απελπισμένους χωρισμούς παλιάς δραματικής ελληνικής ταινίας.

"Αγάπη μου, συγχώρα με που φεύγω γιά λίγο από κοντά σου."
Και συνέχιζε.
"Δεν το θέλω αλλά έμπλεξα σε γκομενοδουλειές. Η φίλη μου η Στέλλα, μου τηλεφώνησε και μου ζήτησε να της δανείσω ένα από τα φορέματά μου γιά να το φορέσει απόψε το βράδυ που έχει ραντεβού με το καινούργιο της φλέρτ. Δεν φτάνει που μου παίρνει τα ρούχα, θα πρέπει να την βοηθήσω να μακιγιαριστεί και το κυριότερο, θα πρέπει να της φτιάξω την διάθεση, γιατί είναι πολύ τρακαρισμένη από την εξέλιξη που έχουν πάρει τα πράγματα. Με τούτα και με κείνα, δεν με βλέπω να ξεμπλέκω πριν περάσουν δύο ώρες. Σε παρακαλώ, όταν ξυπνήσεις πάρε με ένα τηλέφωνο να που πεις πως μ' αγαπάς. Το νούμερο είναι....... Σε φιλώ γλυκά, η γυναίκα σου."

Το κείμενο μου άρεσε. Είχε χιούμορ, έδειχνε άνθρωπο που ενδιαφέρεται γιά τον φίλο, τον συγγενή και πάνω απ' όλα τελείωνε με τον ποιό όμορφο τρόπο που μπορούσε να τελειώνει. Η γυναίκα σου.... Με πολλούς τρόπους αυτοορίζονταν οι κατά καιρούς φιλενάδες μου. Από τα αφελή, μα τόσο γλυκά ώρες-ώρες υποκοριστικά όπως το ζουζουνάκι σου, η μαϊμουδίτσα σου, έως τα ποιό σοβαρά. Η αγάπη σου, η λατρεία σου. Κάποια μάλιστα, ιδιαίτερα ευρηματική, είχε χρησιμοποιήσει κάποτε τον όρο το ταίρι σου. Η γυναίκα σου όμως, καμμία. Ο κυνισμός ήρθε και με άρπαξε από τον λαιμό. Εδώ δεν έχουμε κλείσει μαζί ούτε είκοσι τέσσερις ώρες, κι αυτή άρχισε να ψάχνει γιά παπά και γιά στέφανα. Το ξανασκέφτηκα ποιό ψύχραιμα. Δεν είναι δυνατόν η Άρτεμη να είναι τόσο μικροαστή. Απλώς, έχουμε περάσει μέχρι τώρα υπέροχες στιγμές είναι γυναίκα που ξέρει να δίνει και να παίρνει, συνεπώς αυτή την στιγμή ξέρει ότι μου ανήκει και ξέρει ότι της ανήκω. Τίποτα περισότερο. Πάει, το ξεκαθάρισα κι αυτό. Τότε σκέφτηκα να την πάρω τηλέφωνο. Έγειρα προς το κομοδίνο γιά να πιάσω την συσκευή. Ο πόνος της περασμένης νύχτας δήλωσε παρών. Άφησα το ακουστικό στην θέση του. Μιά έπιθυμία με κυρίευσε. Να δω ξανά και να αγγίξω τα εργαλεία εκείνα που την περασμένη νύχτα μου είχαν δώσει πρωτόφαντες συγκινίσεις. Οι καλοί μου τρόποι, γιά μιά στιγμή με συγκράτησαν. Δεν πρέπει να ψάχνω τα ξένα πράγματα, σκέφτηκα. Έστειλα τους καλούς μου τρόπους γιά βρούβες, σηκώθηκα και άρχισα να ψάχνω τα συρτάρια. Όλα ήταν στην θέση τους. Είδα τους τρεις δονητές. Τρόμαξα με το μέγεθος του μεγάλου. Εκεί ήταν το μαστίγιο που μου χαράκωσε τα κωλομέρια. Εκεί ήταν και οι χειροπέδες που με ακινητοποίησαν την στιγμή που έχανα την παρθενιά μου. Άρχισα να ερεθίζομαι. Έκλεισα τα συρτάρια και προχώρησα στην ντουλάπα. Τα δύο πρώτα φύλλα της, δεν έκριβαν τίποτα το ασυνήθιστο. Το τρίτο φύλλο, είχε μέσα τα ρούχα της διαστροφής. Δερμάτινα κορμάκια και σορτς, ψηλοτάκουνες μπότες που ανέβαιναν πάνω από το γόνατο με τακούνι στιλέτο, μαστίγια κάθε είδους, μπουφάν και γάντια, περούκες σε ένα σωρό χρώματα και στυλ μαλλιών. Μέσα σε δύο ντοσιέ, υπήρχαν περιοδικά. Περιοδικά με μαύρες σελίδες, γραμμένα σε τέσσερις γλώσσες, με έγχχρωμες φωτογραφίες σαδιστριών που υπέτασαν άντρες, γυναίκες και τραβεστί με μπόλικη σιλικόνη στο στήθος. Πήρα τα περιοδικά και άρχισα να τα βλέπω με αυξανόμενη ταραχή. Οι σαδίστριες, έκαναν τα πάντα στα θύματά τους. Τα κρέμαγαν από το ταβάνι. Τα έδερναν. Τα φίμωναν. Οι περισότερες από αυτές, φορούσαν δονητές που χάνονταν μέσα στο σώμα των σκλάβων τους. Ο σκλάβος υπέφερε καθώς η σαδίστρια τον κάρφωνε με δύναμη. Αναστατώθηκα. Θυμήθηκα την Άρτερμη, να με παίρνει με τον ίδιο τρόπο.

Το τηλέφωνο χτύπησε. Ήξερα πως ήταν αυτή. Το σήκωσα. Μου μίλησε. Μου είπε ότι τελείωνε κι ότι σε λίγη ώρα θα ήταν πίσω στο σπίτι. Δεν μιλούσα. Την άκουγα. Όταν μου είπε ότι είχε να μου πει, της είπα μόνο μιά κουβέντα. "Σε Θέλω". Όταν μπήκε στο σπίτι, με βρήκε ξαπλωμένο μπρούμυτα στο κρεβάτι. Είχα στρίψει ελαφρά προς την αριστερή μεριά, το δεξί μου πόδι ήταν λυγισμένο και τα χέρια μου χωμένα κάτω από το μαξιλάρι. Το σεντόνι με σκέπαζε από την μέση και κάτω. Δεν της μίλησα, δεν μου μίλησε. Με κοίταξε, και άρχισε να πετάει τα ρούχα της. Τότε συνηδειτοποίησα ότι φεύγοντας δεν είχε φορέσει εσώρουχα. Ο Καβάλος του τζιν τριβόταν πάνω στο γυμνό μουνί της. Δεν την έβλεπα, στεκόταν πίσω από μένα αλλά ήμουν σίγουρος πως όση ώρα ξεντυνόταν, τα μάτια της ταξίδευαν από την πλάτη μου έως την άκρη του περιγράματος του κορμιού μου κάτω από το σκέπασμα. Όταν πέταξε όλα τα ρούχα της, έπιασε την άκρη του σεντονιού κι άρχισε να το τραβά προς το μέρος της. Καθώς το κορμί μου αποκαλυπτόταν, είδε ότι δεν ήμουν γυμνός. Φορούσα τις ζαρτιέρες, τις δικτυωτές κάλτσες και το μαύρο γυναικείο σλιπάκι που μου είχε φορέσει αυτή το προηγούμενο βράδυ. Της είχα παίξει ένα δυνατό παιχνίδι. Μέχρι εκείνη την στιγμή, αυτή αποφάσιζε πότε θα με γδύσει, πότε θα με ντύσει και πότε θα μου κάνει έρωτα. Αυτή την φορά, τις αποφάσεις τις είχα πάρει εγώ. Και μάλιστα, στο γήπεδό της. Δεν είχα αποφασίσει δηλαδή να της κάνω έρωτα σαν άντρας, πράγμα που θα ήταν απόλυτα φισιολογικό, αλλά είχα αποφασίσει να είναι αυτή ο γαμιάς κι εγώ ο παθητικός. Διπλή αντιστροφή ρόλων με άλλα λόγια. Την στιγμή εκείνη βέβαια, δεν σκεφτόμουν τέτοια πράγματα. Ήμουν ακίνητος,και αφουγραζόμουν. Κατάλαβα πως έμεινε γιά λίγο ακίνητη. Γονάτισε πάνω στο κρεβάτι κι άρχισε να χαϊδέυει τα πόδια μου. Με τα δύο της χέρια έπιασε το κορμί μου στο ύψος των γλουτών και με γύρισε εντελώς μπρούμυτα. Μου άνοιξε τα πόδια, με έπιασε από τους λουτούς, και με σήκωσε ψηλά. Έχωσε τα χέρια της μέσα στο σλιπάκι και το κατέβασε. Με τους δύο της αντίχειρες, με άνοιξε, πλησίασε το πρόσωπό της και έφτυσε πάνω στην τρύπα μου. 'Αρχισε να μαλάζει τα κωλομέρια μου. Άκουγα τον ήχο που προκαλούσε το σάλιο που είχε βάλει. Στιγμές-στιμές, το δάχτυλό της χάϊδευε το άνοιγμά μου. Αργά και βασανιστικά. Κάθε φορά, πίστευα ότι θα το έβαζε μέσα. Τεντονόμουν γιά να ανοίξω όσο μπορούσα περισότερο. Δεν το έκανε. Με βασάνιζε με την αναμονή. Σε μιά στιγμή, κάρφωσε ένα νύχι στην βάση του λαιμού μου. Το έσυρε κατά μήκος της σπονδυλικής μου στήλης. Παρέλυσα. Καθώς ήμουν στημένος στα γόνατα, με το κεφάλι και τους ώμους να ακουμπάνε στο κρεβάτι, γλύστρισα και ξάπλωσα με τα πόδια πάντοτε ανοιχτά. Σηκώθηκε από το κρεβάτι, πήρε από την ντουλάπα ένα σουτιέν, και μου το φόρεσε. Με έσπρωξε ελαφρά στην πλάτη και βρέθηκα πάλι ξαπλωμένος, με τα πόδια ανοιχτά. Έπεσε πάνω μου και ένοιωσα όλο το βάρος από το καλογυμνασμένο της κορμί. Με δάγκωσε απαλά στο πίσω μέρος του λαιμού. Με δάγκωσε στον δεξί ώμο. Με τα δυό της δάχτυλα, ανασήκωσε μία τιράντα του σουτιέν και την άφησε να χτυπήσει πάνω στην πλάτη μου. Ανατρίχιασα. Έχωσε την γλώσσα της μέσα στο αυτί μου. Αναστέναξα.

"Τι θέλεις να σου κάνω;", με ρώτησε.
"Θέλω να με πάρεις".
Άρχισε να μου γλύφει την πλάτη. Αέβηκε πάλι μέχρι το ύψος του λαιμού μου. Με ξαναρώτησε
"Τι θέλεις να σου κάνω;".
Ήξερε τι ήθελα, αλλά με βασάνιζε.
"Πάρε με", της απάντησα.
Σηκώθηκε και κάθησε στα γόνατα. Κάρφωσε τα νύχια του δεξιού της χεριού στην πλάτη μου και άρχισε να τα τραβά προς τα κάτω.
"Πες μου τι θέλεις να σου κάνω;"
"Πάρε με, πάρε με".
Με χαστούκισε στους γλουτούς.
"Πάρε με".
Τόση ώρα, μιά άλλη λέξη έφτανε μέχρι το στόμα μου. Ντρεπόμουν όμως να την πω. Και η Άρτεμις συνέχιζε να με βασανίζει και να με ρωτά.
"Τι θέλεις να σου κάνω;".
Ο αντίχειράς της είχε χαθεί ανάμεσα στους γλουτούς μου, ενώ το μεσαίο δάχτυλο του άλλου χεριού της έπαιζε με την πίσω πόρτα μου. Δεν ήθελα να την αφήσω να μπεί μέσα μου, έτσι σφιγγόμουν κι αυτή με την σειρά της κάθε λίγο με πίεζε ελαφρά γιά να δει τις αντοχές μου. ¨Είχα χαθεί σ' αυτό το παιχνίδι, όταν με ρώτησε γιά μιά ακόμη φορά
"Τι θέλεις να σου κάνω;".
"Γαμήσέ με".
Είπα την απαγορευμένη λέξη. Πολλά πράγματα έγιναν ταυτόχρονα. Η αντίστασή μου περέλυσε. Με νίκησε και μου κάρφωσε το δάχτυλό της. Ένοιωσα απέραντη ντροπή αλλά και διέγερση. Τα δάχτυλα έγιναν δύο, μετά από λίγο τρία. Μπαινόβγαιναν ρυθμικά μέσα μου. Τα έστριβε. Έπαψε να με ρωτά, συνέχισα όμως εγώ να την παρακαλώ.
"Γαμήσέ με, Γαμήσέ με".
Σηκώθηκε ξανά από το κρεβάτι και άνοιξε το συρτάρι. Είχε φτάσει η ώρα. Φόρεσε τον μεσαίο δονητή.
Με πλησίασε, με γύρισε ανάσκελα και με ρώτησε.
"Είσαι έτοιμος;".

"Ναι". Άνοιξε τα πόδια μου και μπήκε ανάμεσά τους. Μου ζήτησε να στηριχτώ στα χέρια μου.

Όπως ήμουν έτσι σηκωμένος, με άρπαξε από την μέση και έβαλε τον δονητή από κάτω μου. Ήρθε πιό κοντά μου και η γωνία του σώματός μου έγινε ακόμη πιό οξεία, καθώς η κατεύθυνση που είχε πάρει ήταν σχεδόν παράλληλη με αυτή του δονητή. Μου ζήτησε να σηκώσω λίγο το κάτω μέρος του κορμιού μου και ακούμπησε το κεφάλι στην σωστή θέση. Λίγο αν χαλήλωνα το σώμα μου, ο δονητής θα έμπαινε μέσα μου. Το ένα της χέρι τον κρατούσε σταθερά στην σωστή θέση και με το άλλο με αγκάλιαζε από την μέση.

"Πάρτον μέσα σου".

Άργα και προσεκτικά, άρχισα να σπρώχνω προς τα κάτω. Ένοιωσα να ανοίγω χωρίς δυσκολία και μιά στιγμή αργότερα, το κεφάλι ήταν μέσα μου. Έπαψε πιά να τον κρατά και πέρασε και τα δυό της χέρια στην μέση μου. Με κρατούσε γερά και σταθερά, έβλεπα τους μύες των χεριών της να έχουν φουσκώσει. Μπόρεσα να αφήσω λίγο από το βάρος μου στα χέρια της.

"Πάρτον όλο, μη φοβάσαι", μου είπε.

Χαμήλωσα κι άλλο. Μπήκε πιό βαθειά. Δεν πονούσα. Τότε αυτή με μιά απότομη κίνηση τράβηξε το σώμα μου προς τα κάτω, ενώ ταυτόχρονα έσπρωξε την λεκάνη της προς τα πάνω. Όλος ο δονητής μπήκε μέσα μου. Πόνεσα λίγο, έριξα το κεφάλι μου πίσω κι ένας αναστεναγμός ξέφυγε από τα χείλη μου.

"Σ΄ αρέσει;", με ρώτησε.
"Με τρελαίνεις", ήταν η απάντησή μου.

Τότε αυτή, πήρε όλη την πρωτοβουλία. Άρχισε να σπρώχνει προς τα πάνω την λεκάνη της και στην συνέχεια να τραβιέται προς τα κάτω, με σταθερό ρυθμό. Ο δονητής, έμπαινε κι έβγαινε. Έμπενε κι έβγαινε. Μετακινήθηκε λίγο και συνέχισε. Τότε ένοιωσα πως κάτι έτριβε μέσα μου και μεγάλωνε την έκστασή μου. Άρχισα να διεγείρομαι. Το πρόσεξε και χαμογέλασε.

"Τα κατάφερα. Βρήκα τον προστάτη σου. Τώρα θα σε κάνω να καυλώσεις πραγματικά".

Δεν άντεχα άλλο σ' αυτή την στάση. Έπεσα πίσω. Λες και περίμενε αυτή την εξέλιξη, άρπαξε τα πόδια μου και τα έβαλε κατ' αρχήν στους ώμους της. Στην συνέχεια, τα πάτησε με τα χέρια της στις πατούσες. Τότε ένοιωσα τον δονητή ακόμη πιό πολύ. Θέλησα να τον παίξω, αλλά δεν με άφησε.

"Μη. Θα σου πω εγώ πότε να το κάνεις".
Λίγες στιγμές αργότερα, ένοιωσα ότι έπρεπε να πάω στην τουαλέτα.
"Αρτεμη, σε παρακαλώ σταμάτα. Πρέπει να πάω στην τουαλέτα".
"Μην φοβάσαι, είναι από την καύλα. Χαλάρωσε".
Λίγη ώρα αργότερα, η κατάσταση είχε γίνει ανυπόφορη.
"Σταμάτα. Θα τα κάνω πάνω μου", της είπα.
Τότε σταμάτησε, έβγαλε έξω τον δονητή και είδε πως όντως, ήταν λερωμένος.
"Καλά πήγαινε, αλλά να έρθεις γρήγορα".

Πήγα τρέχοντας. Όταν γύρισα πίσω στην κρεβατοκάμαρα, την βρήκα ξαπλωμένη ανάσκελα να καπνίζει ένα τσιγάρο. Φορούσε πάντα τον δονητή, αλλά τον είχε καθαρίσει. Ξάπλωσα δίπλα της με ανάμικτα συναισθήματα. Ήθελα και δεν ήθελα να συνεχίσουμε. Αυτή δεν αντέδρασε. Μου έδωσε απλώς το τσιγάρο κι εγώ τράβηξα μιά βαθειά ρουφιξιά, λες κι έτσι θα έβρισκα την απάντηση που ζητούσα. Τότε αυτή, άρχισε να χαϊδέυει τον δονητή. Ένα λεπτό αργότερα, είχα πάρει την απόφασή μου. Της έδωσα πίσω το τσιγάρο, γύρισα μπρούμυτα και περίμενα. Κατάλαβε τι ήθελα. Μόλις τελείωσε το τσιγάρο, έπεσε πάνω μου. Ένοιωσα το βάρος του κορμιού της και ανατρίχιασα. Με δάγκωσε στον λαιμό.

"Έχεις βάλει βαζελίνη;", με ρώτησε.
"'Οχι κυρία".
"Στήσου στα τέσσερα".

Στήθηκα. Με σάλιωσε. Μπήκε μέσα μου. Βίαια. Μόλις ο πόνος καταλάγιασε, ένοιωσα να διεγείρομαι. Είχε βρει τον προστάτη μου και κάθε φορά που έσπρωχνε μέσα τον δονητή, η διέγερσή μου μεγάλωνε. Χρειάστηκε πολύ λίγα λεπτά γιά να με φέρει σε οργασμό. Όλο μου το σώμα τραντάχτηκε. Τα μάτια μου θόλωσαν. Ούρλιαξα. Και μετά, ο δονητής βγήκε από μέσα μου. Ξάπλωσα. Βρισκόμουν σε κατάσταση έκστασης. Δεν με ακούμπησε γιά όση ώρα βρισκόμουν ακίνητος. Όταν γύρισα και την κοίταξα, ένοιωσα πως είχα μπροστά μου ένα πλάσμα θεϊκό.

1 σχόλιο:

  1. Εννοειται θελουμε συνεχεια! Εκπληκτικες απλα οι ιστοριες με την Αρτεμη! Οτι καλυτερο εχει γραφτει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή